Του Κωνσταντίνου Ζαχαρίου
Οι ηλικιωμένοι και οι ευάλωτοι βρίσκονται όλο και πιο συχνά αντιμέτωποι με ένα σύστημα υγείας που, αντί να τους προστατεύει, μοιάζει να τους εγκαταλείπει. Η εικόνα δεν είναι καινούργια· όμως τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας αποτυπώνουν με απόλυτη σαφήνεια το μέγεθος του προβλήματος: Η Κύπρος παραμένει σταθερά στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ τόσο στις διαθέσιμες νοσοκομειακές κλίνες, όσο και στις δομές μακροχρόνιας φροντίδας.
Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνουν πλήρως όσα είχε ήδη αναδείξει η εφημερίδα μας στο ρεπορτάζ «Ξεχασμένοι από το σύστημα οι ηλικιωμένοι και οι ευάλωτοι». Παρά το γεγονός ότι ο πληθυσμός γερνά και οι ανάγκες φροντίδας αυξάνονται, το κράτος εξακολουθεί να μην αναλαμβάνει το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί, αφήνοντας μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων χωρίς ουσιαστική στήριξη.
Με βάση τα στοιχεία του 2023, η Κύπρος διαθέτει μόλις 298 νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 κατοίκους –ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και πολύ μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 511 κλινών.
Ακόμη πιο ανησυχητική, ωστόσο, είναι η εικόνα στη μακροχρόνια φροντίδα. Η χώρα διαθέτει μόλις 355 κλίνες ανά 100.000 κατοίκους, όταν κράτη όπως η Ολλανδία διαθέτουν 1.400 και η Σουηδία 1.315.
Η απόσταση από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα όχι μόνο δεν μειώνεται, αλλά διευρύνεται χρόνο με το χρόνο, αποκαλύπτοντας μια χρόνια και συστημική ανεπάρκεια που πλέον δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από αποσπασματικά μέτρα ή προσωρινές παρεμβάσεις.
Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα φροντίδας που αφήνει χωρίς επαρκή στήριξη τους ανθρώπους που τη χρειάζονται περισσότερο: Εκείνους που δεν μπορούν να διεκδικήσουν, να περιμένουν ή να μετακινηθούν. Και αυτό, σε μια κοινωνία που γερνά με γοργούς ρυθμούς, ισοδυναμεί με μια κρίση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.
Τα στοιχεία δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Το κράτος εξακολουθεί να εμφανίζει σοβαρές ελλείψεις σε έναν τομέα που αποτελεί θεμέλιο της κοινωνικής συνοχής: την προστασία των ανθρώπων που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Πρόκειται για ένα κενό που διευρύνεται με τα χρόνια, καθώς οι ανάγκες αυξάνονται, αλλά οι δημόσιες πολιτικές μένουν πίσω.
Ηλικιωμένοι: Αόρατοι για το κράτος
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 34,3% των ηλικιωμένων στην Κύπρο χρειάζονται βοήθεια για βασικές καθημερινές δραστηριότητες –ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, οι δημόσιες δαπάνες για μακροχρόνια φροντίδα παραμένουν στο 0,2% του ΑΕΠ, δείχνοντας ότι η Πολιτεία δεν έχει σχεδιάσει ούτε επενδύσει ουσιαστικά στις ανάγκες της τρίτης ηλικίας.
Την ίδια στιγμή, η χρόνια υποστελέχωση των δημοσίων νοσοκομείων και η έλλειψη δομών φροντίδας στην ύπαιθρο επιτείνουν το πρόβλημα. Η συγκέντρωση γιατρών και νοσηλευτών στα αστικά κέντρα αφήνει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού χωρίς πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες. Έτσι, η δυνατότητα ενός ηλικιωμένου να λάβει φροντίδα εξαρτάται συχνά περισσότερο από τον τόπο κατοικίας και το εισόδημά του, ενισχύοντας τις κοινωνικές ανισότητες.
Πληθυσμός που γερνά και κράτος που υστερεί
Η Κύπρος καταγράφει από τις υψηλότερες αυξήσεις ηλικιωμένου πληθυσμού στην ΕΕ. Σύμφωνα με τις προβολές, μέχρι το 2050 το 23,9% του πληθυσμού θα είναι άνω των 65 ετών, ενώ μέχρι το 2070 οι δαπάνες για συντάξεις, υγεία και γηριατρικές υπηρεσίες θα φτάσουν το 25% του ΑΕΠ. Παρά τις προειδοποιήσεις, η χώρα εξακολουθεί να μη διαθέτει ολοκληρωμένο θεσμικό και δημοσιονομικό πλάνο για τη δημογραφική στροφή.
Τα στοιχεία για το ανθρώπινο δυναμικό είναι αποκαλυπτικά:
• Νοσηλευτές: 5,3 ανά 1.000 κατοίκους, έναντι 7,6 στην ΕΕ.
• Γιατροί: Επαρκείς αριθμητικά, αλλά υπερσυγκεντρωμένοι σε Λευκωσία και Λεμεσό, αφήνοντας κενά στις άλλες επαρχίες.
• Αγροτικές περιοχές: Ελάχιστη παρουσία επαγγελματιών υγείας, με συνέπεια καθυστερημένες διαγνώσεις και μεγάλη πίεση στις οικογένειες.
Το βάρος μεταφέρεται έτσι σε συγγενείς και φροντιστές, που καλούνται να καλύψουν κενά που θα έπρεπε να αναλαμβάνει το κράτος, επιβαρυνόμενοι οικονομικά και ψυχολογικά χωρίς ουσιαστική στήριξη.
Η εικόνα αυτή δεν αποτελεί πλέον μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά μια συστημική αδυναμία που διαμορφώνει νέα κανονικότητα –μια κανονικότητα που αφήνει τους ηλικιωμένους πιο εκτεθειμένους από ποτέ.
Έρευνα και Καινοτομία: Το κενό πολιτικής βούλησης
Την ώρα που πολλές ευρωπαϊκές χώρες επενδύουν σε «έξυπνα» οικοσυστήματα υγείας και σύγχρονες τεχνολογίες φροντίδας, η Κύπρος εξακολουθεί να κινείται αργά. Οι χαμηλοί δείκτες έρευνας και καινοτομίας αποτυπώνουν όχι μόνο έλλειψη πόρων, αλλά και έλλειμμα πολιτικής βούλησης.
Η περιορισμένη επενδυτική ένταση και η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού διατηρούν ένα παρωχημένο μοντέλο υγείας, που δεν προετοιμάζει τη χώρα για τις δημογραφικές και υγειονομικές πιέσεις που ήδη διαμορφώνονται.
Την κατάσταση επιδεινώνει η έλλειψη εθνικής στρατηγικής για την ψηφιακή υγεία και τη γηριατρική φροντίδα. Ενώ άλλες χώρες προχωρούν σε τηλεϊατρική, ψηφιακούς φακέλους, τηλεπαρακολούθηση και λύσεις στήριξης φροντιστών, η Κύπρος παραμένει σε αποσπασματικές παρεμβάσεις χωρίς συνέχεια.
Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα που χάνει διαρκώς έδαφος, την ώρα που η καινοτομία θα μπορούσε να ενισχύσει την πρόληψη, τη διάγνωση και την ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων. Χωρίς στοχευμένες επενδύσεις και ενιαίο όραμα, η χώρα παραμένει ουραγός στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Γηράσκουσα κοινωνία και κράτος απόν
Η Κύπρος βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις νοσοκομειακές κλίνες και τις δομές μακροχρόνιας φροντίδας, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας. Η έλλειψη επαρκών υποδομών και προσωπικού δημιουργεί ένα σύστημα υγείας που δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις ανάγκες του γηρασκόντος πληθυσμού και των ευάλωτων ομάδων. Η κατάσταση αυτή επιβεβαιώνεται από την αυξανόμενη ανάγκη για βοήθεια σε βασικές καθημερινές δραστηριότητες από το 34,3% των ηλικιωμένων στην Κύπρο, ενώ οι δημόσιες δαπάνες για μακροχρόνια φροντίδα παραμένουν χαμηλές, στο 0,2% του ΑΕΠ. Η χρόνια υποστελέχωση των δημοσίων νοσοκομείων και η συγκέντρωση των υπηρεσιών υγείας στα αστικά κέντρα επιδεινώνουν το πρόβλημα, αφήνοντας τον πληθυσμό της υπαίθρου χωρίς πρόσβαση σε βασικές ιατρικές φροντίδες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι ηλικιωμένοι να εξαρτώνται περισσότερο από τον τόπο κατοικίας και το εισόδημά τους για να λάβουν την απαραίτητη φροντίδα, ενισχύοντας τις κοινωνικές ανισότητες. Η κατάσταση αυτή αποτελεί μια κρίση που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, καθώς οι ανάγκες φροντίδας αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς. Η έλλειψη επαρκούς κρατικής παρέμβασης και η αποτυχία σχεδιασμού και επένδυσης στις ανάγκες της τρίτης ηλικίας αφήνουν πολλούς ηλικιωμένους και ευάλωτους πολίτες χωρίς ουσιαστική στήριξη. Η Πολιτεία οφείλει να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί και να ενισχύσει το κοινωνικό κράτος, ώστε να διασφαλιστεί η πρόσβαση όλων των πολιτών σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και φροντίδας. Η ανάγκη για άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος είναι επιτακτική, καθώς η γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να συνεχιστεί με ταχείς ρυθμούς. Η καθυστέρηση στην λήψη μέτρων θα οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης και σε αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η προστασία των ηλικιωμένων και των ευάλωτων ομάδων αποτελεί θεμέλιο της κοινωνικής συνοχής και δείγμα μιας δίκαιης και αλληλέγγυας κοινωνίας.
You Might Also Like
Η κοινωνία «φωνάζει» για πραγματικές μεταρρυθμίσεις
Δεκ 14
Καρογιάν: Η ΔΗΠΑ ανταποκρινόμενη στο καθήκον της θα υπερψηφίσει τον Κρατικό Προϋπολογισμό
Δεκ 15
Στέφανος Στεφάνου για Προϋπολογισμό 2026: Έλλειψη κοινωνικού και αναπτυξιακού σχεδίου
Δεκ 15
Ιωάννου: Το πρώτα η Κύπρος για το ΕΛΑΜ δεν είναι απλά ένα σύνθημα
Δεκ 17
Όταν η περίθαλψη γίνεται αγώνας δρόμου
Δεκ 22