Typos

Το «Όχι» που ειπώθηκε και το «Όχι» που βιώθηκε

Published October 28, 2025
Το «Όχι» που ειπώθηκε και το «Όχι» που βιώθηκε

Του Πατριάρχη
Κάθε 28η Οκτωβρίου επανέρχεται επίμονα το ίδιο άγονο ερώτημα. Ποιος είπε το «Όχι»; Ο Ιωάννης Μεταξάς ή ο λαός;
Η ιστορία, όταν της αφαιρέσεις τα συνθήματα, δίνει καθαρή απάντηση. Το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940, γύρω στις τρεις, ο πρέσβης της Ιταλίας Εμανουέλε Γκράτσι μετέφερε στον Μεταξά το τελεσίγραφο της Ρώμης. Η απάντηση δόθηκε επιτόπου, ψυχρά και χωρίς θεατρινισμούς. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας αρνήθηκε την ιταλική απαίτηση για ελεύθερη διέλευση στρατευμάτων. Από εκείνη τη στιγμή υπήρχε πόλεμος. Αυτό είναι το ιστορικό γεγονός.
Όμως η ιστορία δεν γράφεται μόνο σε γραφεία. Το ξημέρωμα βρήκε τους Έλληνες να στοιχίζονται στην επιστράτευση με αξιοθαύμαστη ομοψυχία. Το «Όχι» που ειπώθηκε θεσμικά, μεταφράστηκε λίγες ώρες αργότερα σε πορείες στα βουνά, σε καμιόνια που γέμιζαν, σε γυναίκες της Πίνδου που κουβαλούσαν εφόδια, σε πόλεις που χαμήλωναν τα φώτα και δυνάμωναν το πείσμα. Αν το πρώτο «Όχι» ήταν απόφαση, το δεύτερο ήταν βίωμα. Το ένα χωρίς το άλλο δεν θα έστεκε.
Ο Μεταξάς ήταν δικτάτορας. Αυτό επίσης είναι γεγονός και δεν εξωραΐζεται. Επέβαλε λογοκρισία, φυλακίσεις και εξορίες. Την ίδια ώρα, όμως, προετοίμασε στρατιωτικά τη χώρα. Οχυρώσεις, αναδιοργάνωση, περιορισμένες δυνατότητες που αξιοποιήθηκαν με σύνεση. Η Ελλάδα δεν ήταν υπερδύναμη. Ήταν μια μικρή χώρα που μπήκε σε έναν πόλεμο με πείσμα και στοιχειώδη προνοητικότητα. Η ανάγνωση της πραγματικότητας δεν είναι εξιλέωση για το καθεστώς, είναι απλώς σεβασμός στη σύνθετη αλήθεια.
Όσοι θέλουν να αποδώσουν το «Όχι» αποκλειστικά στον λαό υποτιμούν την ευθύνη της απόφασης. Όσοι θέλουν να το πιστώσουν μόνο στον Μεταξά, υποτιμούν το μέγεθος της
κοινωνικής συμμετοχής.
Η ιδεολογική τυφλότητα κάνει κακό και στις δύο πλευρές. Ο εθνικός μύθος χρειάζεται ρίζες στην πραγματικότητα, γιατί χωρίς αυτές γίνεται κούφιος και εκδικείται όποιον τον εργαλειοποιεί.
Υπάρχει και μια «λεπτομέρεια» – που μόνο λεπτομέρεια δεν είναι – που αξίζει να θυμόμαστε στην Κύπρο. Χιλιάδες Κύπριοι κατατάχθηκαν τότε εθελοντικά στον βρετανικό στρατό και πολέμησαν σε διάφορα μέτωπα, με την ελπίδα τήρησης της υπόσχεσης για Ένωση. Το «Όχι» λειτούργησε ως τόξο που ένωσε νησί και μητρόπολη σε μια ιστορική στιγμή ευθύνης. Η μνήμη οφείλει να είναι γενναιόδωρη με όσους δεν διεκδίκησαν δάφνες, αλλά έβαλαν πλάτη.
Η επέτειος δεν είναι διαγωνισμός για το ποιος δικαιούται τα εύσημα. Είναι υπενθύμιση ότι οι αποφάσεις της ηγεσίας, όταν ανταποκρίνονται στο φρόνημα των πολιτών, αποκτούν διάρκεια και νόημα. Το 1940 υπήρξε μια τέτοια σύμπτωση. Η ηγεσία είπε «Όχι» και ο λαός το έκανε πράξη. Το αποτέλεσμα ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη κατά του Άξονα και ένα κεφάλαιο αξιοπρέπειας που διασώζει την αυτοεκτίμηση ενός έθνους.
Ας αφήσουμε λοιπόν τα ψευδοδιλήμματα και ας διαβάζουμε την ιστορία όπως πράγματι συνέβη. Με αίσθηση μέτρου, με ακρίβεια, χωρίς παρωπίδες. Όχι για να διανείμουμε μεταθανάτια εύσημα, αλλά για να καταλάβουμε πώς οι κοινωνίες αντέχουν στις κρίσεις. Εκεί βρίσκεται το πολύτιμο μάθημα της 28ης Οκτωβρίου. Στην ένωση της ψυχρής απόφασης με τη ζεστασιά της κοινής προσπάθειας. Στο «Όχι» που ειπώθηκε και στο «Όχι» που βιώθηκε.