Politis

Προτιμούν την κατοχή αντί της λύσης

Published November 8, 2025
Προτιμούν την κατοχή αντί της λύσης

Πολλοί συμπατριώτες μας, στους οποίους περιλαμβάνονται και εξέχουσες προσωπικότητες όπως ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος και αρκετοί πολιτικοί, με κάθε ευκαιρία φωνάζουν να επανατοποθετήσουμε το Κυπριακό στη σωστή του βάση ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Και πιστεύουν ότι με την προβολή του Κυπριακού ως τέτοιου η Τουρκία θα βρεθεί στη γωνιά και θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει τα σχέδιά της που είναι σε πρώτη φάση η διχοτόμηση και σε κατοπινό στάδιο η κατάληψη ολόκληρης της Κύπρου. Πρόκειται για μια παιδαριώδη αντίληψη και μια μεγάλη απάτη. Το Κυπριακό υπάρχει ως πρόβλημα από το 1963. Και από τότε μέχρι σήμερα παραμένει άλυτο. Αναμφίβολα η εισβολή της Τουρκίας έδωσε στο πρόβλημα άλλες διαστάσεις. Και σίγουρα κατέστησε τις προσπάθειες εξεύρεσης λύσης πολύ πιο δύσκολες. Μάλιστα πιο πάνω για τη μεγάλη απάτη που συνιστά η προβαλλόμενη θέση για επανατοποθέτηση του Κυπριακού ως προβλήματος εισβολής και κατοχής. Είναι απάτη γιατί αυτοί που λένε αυτές τις ανοησίες ξέρουν πολύ καλά ότι στην Κύπρο υπάρχει και η τουρκοκυπριακή κοινότητα η οποία από το 1963 δεν συμμετέχει στη διακυβέρνηση του νησιού. Ξέρουν επίσης ότι με το Κυπριακό ασχολούνται στο εξωτερικό μόνο κάποιοι διπλωμάτες και πολιτικοί. Και αυτοί ξέρουν πολύ καλά τα περί της εισβολής αλλά και τα όσα προηγήθησαν της εισβολής. Και δεν θα επέλθει οποιαδήποτε αλλαγή στις προσεγγίσεις τους έναντι του Κυπριακού αν τους υπενθυμίσουμε την εισβολή και κατοχή. Θα συνεχίσουν να μας λένε «λύστε τις διαφορές σας με συνομιλίες». Και όσες συνομιλίες και να γίνουν, λύση δεν πρόκειται να βρεθεί, αν η πλειοψηφία και στις δύο κοινότητες δεν κατανοήσει την τεράστια σημασία που έχουν η αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη. Και αν θέλουμε να βελτιώσουμε την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, είναι προφανές το τι πρέπει να κάνουμε. Το πρώτο πράγμα είναι να ασχοληθούμε στα σοβαρά με το πώς βλέπει η μια κοινότητα την άλλη. Για να αντιληφθούμε πλήρως τη σημασία που έχουν οι Τουρκοκύπριοι για μας, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι υπάρχουν τρεις εικόνες:
- Το πώς βλέπω τον εαυτό μου, δηλαδή η εικόνα που έχω για τον εαυτό μου.
- Το πώς νομίζω ότι οι άλλοι με βλέπουν, δηλαδή η εικόνα που νομίζω ότι έχουν οι Τ/Κύπριοι για μας.
- Το πώς οι άλλοι με βλέπουν, δηλαδή η εικόνα που οι Τ/Κύπριοι έχουν για μας.
Τώρα ας σκεφτούμε: Ποιες από τις προηγούμενες τρεις εικόνες επηρεάζουν τις στάσεις και τις συμπεριφορές των Τ/Κυπρίων απέναντί μας; Δηλαδή, από τι θα εξαρτηθεί, για παράδειγμα, το αν οι άλλοι με συμπαθήσουν, με εμπιστευτούν. Από το πώς βλέπω εγώ τον εαυτό μου; Από το πώς νομίζω ότι με βλέπουν οι άλλοι; Ή από το πώς πράγματι αυτοί με βλέπουν; Ασφαλώς, η καθοριστική είναι η τρίτη εικόνα, δηλαδή, το πώς με βλέπουν οι άλλοι. Αν λοιπόν δεν γνωρίζω την εικόνα που έχουν οι άλλοι για μένα, τότε, ούτε μπορώ να κατανοήσω τα συναισθήματα, τις στάσεις και τις συμπεριφορές τους απέναντι μου ούτε –πολύ περισσότερο– να τα χειριστώ κατάλληλα προς αμοιβαίο όφελος. Ανεξαρτήτως αν είναι δίκαιη ή άδικη αυτή η εικόνα που έχουν οι άλλοι για μένα, είναι απαραίτητο να τη γνωρίζω. Διότι, αν είναι άδικη, μπορώ να κάνω κάτι για να αλλάξω την αντίληψή τους, ενώ, αν είναι δίκαιη, μπορώ να κάνω κάτι για να βελτιωθώ και μετά από αυτό να βελτιώσω τις στάσεις και τις συμπεριφορές μου, άρα τις σχέσεις μας. Μια δεύτερη βασική έννοια και λειτουργία για την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων είναι η αποτελεσματική ακοή. Πράγματι, αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον άλλον, είναι προϋπόθεση να ακούμε αυτά που θέλει να μας πει και να αντιλαμβανόμαστε σωστά όσα αυτός εννοεί και όχι όσα εμείς βγάζουμε ως δικά μας συμπεράσματα, μέσα από την υποκειμενική μας ερμηνεία αυτών που –συνήθως, επιλεκτικά– ακούμε. Συχνά, όταν ακούμε τον άλλον, τίθενται αρκετά εμπόδια ή κάνουμε σοβαρά λάθη. Οι λόγοι είναι πολλοί. Ίσως το πιο σοβαρό εμπόδιο στη δική μας πλευρά είναι ότι βλέπουμε, ακούμε και ερμηνεύουμε τα μηνύματα των Τ/Κυπρίων μέσα από αρκετά φίλτρα, όπως είναι οι προκαταλήψεις, η δυσπιστία και άλλα. Δεν θα επεκταθώ σε άλλες έννοιες για την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων αλλά έστω και επιγραμματικά θα πρέπει να θίξω την ενσυναίσθηση.
Ενσυναίσθηση σημαίνει, απλά, να μπαίνω στη θέση του άλλου, όχι με την έννοια να συμφωνώ αναγκαστικά ή να συμπάσχω αλλά για να κατανοήσω σωστά το τι και πώς ο άλλος σκέφτεται, το τι και γιατί αισθάνεται, το τι θέλει να μας εκφράσει, το πώς βλέπει τα πράγματα. Αν πράγματι μας νοιάζει να κατανοήσουμε τον άλλον, πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα όχι μόνο από τη δική μας σκοπιά αλλά ταυτόχρονα και από τη δική του. Να προσπαθούμε, όσο μπορούμε, να κατανοούμε τις σκέψεις, τις συγκινήσεις, τους φόβους, τις αγωνίες, τις ανάγκες, τα όνειρα, τις επιθυμίες, το πώς αντιλαμβάνονται, σκέφτονται και αισθάνονται οι ίδιοι. Ασφαλώς, το ίδιο πρέπει να κάνουν και οι άλλοι για εμάς. Στην τ/κυπριακή κοινότητα υπάρχουν πολύ περισσότεροι που μπαίνουν στη δική μας θέση ή «στα δικά μας παπούτσια». Εκτιμώ ότι μάλλον είναι η πλειοψηφία. Ενώ στη δική μας κοινότητα συμβαίνει το αντίθετο. Μια μειοψηφία φωνάζουμε για την ανάγκη της αμοιβαίας ενσυναίσθησης και του σεβασμού της διαφορετικότητας αλλά οι φωνές μας πνίγονται από τις ιαχές του Αρχιεπισκόπου και όλων των κάθε λογής ακραίων εθνικιστών. Οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται ότι είναι βασικό μας δικαίωμα να είμαστε διαφορετικοί. Σεβασμός της διαφορετικότητας σημαίνει αποδοχή της ελευθερίας του άλλου, δηλαδή του δικαιώματός του να είναι ο εαυτός του. Και ότι τούτο αποτελεί κρίσιμη παράμετρο στη διαμόρφωση καλών σχέσεων που συμβάλλουν στο αμοιβαίο όφελος και στη συνύπαρξη διαφορετικών ανθρώπων. Πώς, λοιπόν, θα υπάρξει λύση όταν οι φωνές στον χώρο της πολιτικής που ασπάζονται τις πιο πάνω έννοιες συνεχώς λιγοστεύουν! Και πληθαίνουν οι φωνές που προτιμούν να παραμείνει το βόρειο κομμάτι της πατρίδας υπό τον έλεγχο της Τουρκίας παρά να μοιραστούμε την εξουσία με τους Τ/Κύπριους.