Ουμίτ Ινάτσι: Ο πολιτισμός είναι μια διαδικασία μνήμης που προσδίδει αυθεντικό χαρακτήρα στην καθημερινότητά μας
Ένα βραβείο για τον πολιτισμό και τους δημιουργούς του τόπου
Με αφορμή… τη φετινή απονομή του Βραβείου «Τεύκρος Ανθίας– Θοδόσης Πιερίδης» που απονέμει η Κεντρική Επιτροπή του ΑΚΕΛ και που θα γίνει τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου στις 19:30 στο Σατιρικό Θέατρο στη Λευκωσία ο βραβευθείς με το Βραβείο Πολιτιστικής προσφοράς εικαστικός και λογοτέχνης Ουμίτ Ινατσί μιλά στον Ορίζοντα
Σ’ αυτή τη διαιρεμένη χώρα, η ενοποιητική δύναμη της τέχνης είναι πιο αναγκαία από ποτέ
Τι σημαίνει για εσάς η απονομή του Βραβείου Πολιτιστικής Προσφοράς που φέρει τα ονόματα του Τεύκρου Ανθία και του Θοδόση Πιερίδη;
Ο Τεύκρος Ανθίας και ο Θοδόσης Πιερίδης υπήρξαν και οι δύο ποιητές που πρόσφεραν ανεκτίμητο έργο στη λογοτεχνία της Κύπρου. Αν και το βραβείο αυτό μου απονεμήθηκε στην κατηγορία των εικαστικών τεχνών, ως ποιητής και συγγραφέας της γενιάς του ’78 αισθάνομαι τιμή που λαμβάνω ένα βραβείο που φέρει τα ονόματά τους. Παρότι ανήκαμε σε διαφορετικές γλωσσικές κοινότητες, μιλούσαμε την ίδια γλώσσα του πόνου και υπερασπιζόμασταν τα ίδια ιδανικά· αυτό μας κάνει συνοδοιπόρους στον ίδιο δρόμο.
Πώς ορίζετε τον πολιτισμό και τις τέχνες; Γιατί πιστεύετε πως είναι – ή θα έπρεπε να είναι – ουσιαστικές και ωφέλιμες για την κοινωνία;
Ο πολιτισμός είναι μια διαδικασία μνήμης που προσδίδει αυθεντικό χαρακτήρα στην καθημερινότητά μας. Είναι το άθροισμα των υπαρξιακών αξιών που μας επιτρέπουν να διαμορφώνουμε το μέλλον μέσα από τα μαθήματα του παρελθόντος. Ο πολιτισμός είναι η μετατροπή της συλλογικής συνείδησης, όπως αυτή καθρεφτίζεται στη συμπεριφορά μας, σε μια αξία που μας βοηθά να κρατηθούμε στη ζωή.
Η τέχνη, πατώντας πάνω σε αυτό το πολιτισμικό υπόβαθρο, αποτελεί ένα μεταπολιτισμικό πεδίο που υπερβαίνει τη γλώσσα της καθημερινότητας. Ο αληθινός πολιτισμός πραγματοποιείται όταν η σχέση ανάμεσα στην υποκουλτούρα και τη μετακουλτούρα μετασχηματίζεται σε ιδέα για το μέλλον· γι’ αυτό η τέχνη δεν είναι απλώς πεδίο πνευματικής παραγωγής, αλλά και το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα και η πιο ουσιαστική αξία στην οικοδόμηση ενός νέου πολιτισμού.
Σ’ αυτή τη διαιρεμένη χώρα, η ενοποιητική δύναμη της τέχνης είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Ως κληρονόμοι μιας κοινής πολιτιστικής παράδοσης, είναι χρέος της τέχνης και των καλλιτεχνών να οικοδομήσουμε το δικό μας στρώμα πολιτισμού μέσα από τη κοινή γλώσσα της τέχνης και να προσφέρουμε στις επόμενες γενιές τη γλώσσα της συνύπαρξης.
Ποιες στιγμές της ζωής και της καλλιτεχνικής σας πορείας θα ξεχωρίζατε ως πιο καθοριστικές;
Οι στιγμές είναι μικρές διελεύσεις μέσα στο σύνολο της ζωής μας… Κάθε δραστηριότητα ενός καλλιτέχνη αποτελεί φάση που ολοκληρώνει το όλον. Πιστεύω πως ο αληθινός καλλιτέχνης δεν «σχεδιάζει» καριέρα· δημιουργεί το δικό του μονοπάτι ζωής. Αυτό περιλαμβάνει αντίσταση, αμφισβήτηση, ίσως ήττα ή απογοήτευση, όμως ο καλλιτέχνης δεν αντιλαμβάνεται την επιβράβευση ως άφιξη. Ο αληθινός καλλιτέχνης δεν μπορεί να είναι καριερίστας. Τουλάχιστον η δική μου πορεία έχει διαμορφωθεί από αυτήν τη λογική.
Ωστόσο, μπορώ να πω πως τα πολιτικά προβλήματα που βίωσα το 1989, ως Τουρκοκύπριος που πραγματοποίησε για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’60 έκθεση στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου, υπήρξαν σημείο καμπής στη ζωή μου. Ήταν τότε που έμαθα στην πράξη τι σημαίνει «persona non grata».
Εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζετε τον διάλογο και την επικοινωνία με στόχο την επανένωση του νησιού. Πιστεύετε πως υπάρχει ακόμη ελπίδα γι’ αυτόν τον σκοπό; Και ποια συγκεκριμένα βήματα θεωρείτε ότι πρέπει να γίνουν άμεσα;
Από τη δική μου πλευρά, ως Κύπριος καλλιτέχνης, έκανα το χρέος μου όλα αυτά τα χρόνια και συνεχίζω να το κάνω, χωρίς να θυσιάζω την ποιότητα του έργου μου. Εκδίδω ένα διεθνές περιοδικό που προβάλλει την κυπριακή τέχνη διεθνώς· το γεγονός ότι αυτό παραμένει σχετικά άγνωστο αποτελεί ένδειξη της ελλιπούς επικοινωνίας μας.
Δυστυχώς, πολλές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις πραγματοποιούνται στο όνομα της «δικοινοτικότητας» χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την καλλιτεχνική αξία. Η εργαλειοποίηση της τέχνης μπορεί να γίνει αποδεκτή μέσα στα όριά της, εφόσον βρίσκει πολιτική ανταπόκριση. Όμως, όταν ο σκοπός υπονομεύει την ποιότητα του μέσου, αυτό συνιστά σοβαρή αδυναμία για την ίδια την τέχνη. Δεν θα έλεγα πως έχει αναπτυχθεί ευαισθησία γύρω από αυτό το ζήτημα· αντίθετα, θεωρώ πως η διεθνής χρηματοδότηση το έχει επιδεινώσει. Όταν η αυθεντικότητα και η πνευματική δύναμη της τέχνης εξισώνονται προς τη λαϊκή ευκολία, το αποτέλεσμα είναι αντίστροφο. Οι καλές προθέσεις συχνά έχουν αρνητικά αποτελέσματα.
Η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως αποτελεσματική «ήπια δύναμη» για τη συμφιλίωση, αλλά μόνο όταν αναγνωρίζεται ουσιαστικά ο ρόλος της.
Κλείνοντας, θέλω να πω το εξής: αν πράγματι θεωρούμε ότι οι τέχνες και οι πολιτιστικές δραστηριότητες μπορούν να αποτελέσουν πολιτικό πεδίο για την επανένωση του νησιού και των κοινοτήτων του, τότε είναι αναπόφευκτο να θεσμοθετηθούν και να αποκτήσουν στέρεη οικονομική δομή.