Πόσο πιο κοντά βρισκόμαστε σε μία συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία; Τι σημαίνει η διπλωματική κινητικότητα που καταγράφεται με τους Αμερικανούς να βρίσκονται στο επίκεντρο; Είναι οι εύλογες οι ανησυχίες της Ευρώπης και του Κιέβου πως το ειρηνευτικό σχέδιο σε μεγάλο βαθμό ευνοεί τα ρωσικά συμφέροντα; Το ερώτημα είναι τι θα μπορούσε να αναγκάσει τη Ρωσία να σταματήσει τον πόλεμο. Ελλείψει σοβαρής πίεσης, όπως ισχυρότερες κυρώσεις από τη διοίκηση Τραμπ, η απάντηση περιορίζεται στην οικονομία και στο πεδίο των μαχών. Και το τελευταίο διάστημα η Μόσχα, αναφέρει στην συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», ο Μιχάλης Κοντός, Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας προελαύνει ξανά καταλαμβάνοντας νέες περιοχές, κάτι που σημαίνει πως δεν έχει καμία πρόθεση να προβεί σε υποχωρήσεις. «Το σχέδιο Τραμπ εξυπηρετεί το αμερικανικό συμφέρον της απεμπλοκής από το οικονομικό κόστος του πολέμου. Από την άλλη, η προδιάθεση αναγνώρισης των εδαφικών κατακτήσεων της Ρωσίας, που προωθείται μέσω του σχεδίου, εξυπηρετεί σαφώς τα συμφέροντα της ρωσικής πλευράς», τόνισε.
Η πιθανή επιβολή ευρέων εδαφικών τετελεσμένων στην Ουκρανία μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την Κύπρο, καθώς διάχυτη είναι η ανησυχία τι θα συμβεί αν «επιβραβευτεί» ο τουρκικός επεκτατισμός. Ο Μιχάλης Κοντός εξήγησε πως σε αυτό το σημείο εγείρονται δύο αλληλένδετα ζητήματα: το πρώτο αφορά στην αποδοχή των εδαφικών τετελεσμένων από το θύμα της ξένης επιθετικότητας και το δεύτερο στη διεθνή αναγνώρισή τους. Ως προς το πρώτο είπε η Κύπρος δεν έχει κάτι να ανησυχεί. «Ως προς το δεύτερο υπάρχει ανησυχία σχετικά με το κατά πόσον τυχόν διεθνής αναγνώριση ρωσικής κυριαρχίας στα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη θα διευκολύνει και την διεθνή αναγνώριση της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», επεσήμανε.
-Βρισκόμαστε σε μια ιδιαίτερα σύνθετη και ρευστή φάση του πολέμου στην Ουκρανία. Ποιοι είναι, κατά την εκτίμησή σας, οι καθοριστικοί παράγοντες που διαμορφώνουν τη νέα αυτή πραγματικότητα και πώς επηρεάζουν την πορεία της σύγκρουσης;
– Από την αρχή της σύγκρουσης, όπως και σε κάθε πολεμική αναμέτρηση, καθοριστικός παράγοντας ήταν και είναι η συγκριτική ισχύς. Η Ρωσία είναι πολύ ισχυρότερη στρατιωτικά και απολαμβάνει σημαντικού βαθμού αυτάρκειας στην πολεμική της βιομηχανία. Μπορεί αυτή να έχει πληγεί από το δυτικό εμπάργκο (κυρίως ως προς την εισαγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας), εν τούτοις έχει βρει εναλλακτικές πηγές προμηθειών οι οποίες έχουν εξυπηρετήσει ικανοποιητικά τους στρατιωτικούς της στόχους. Τους τελευταίους μήνες φαίνεται να έχει «σπάσει» την σταθερότητα του εδαφικού status quo, που παρατηρείτο για περίπου 1,5 χρόνο, προελαύνοντας ξανά και καταλαμβάνοντας νέες περιοχές. Το γεγονός αυτό οφείλεται και στην κόπωση του μικρότερου και με λιγότερες εφεδρείες ουκρανικού στρατού.
–Πως αξιολογείτε το αμερικανικό σχέδιο για ειρήνη στην Ουκρανία; Εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δύο πλευρών ή είναι μια μεγάλη νίκη για τον Βλαντιμίρ Πούτιν;
-Η αμερικανική στάση έχει μεταβληθεί επί προεδρίας Τραμπ. Από την στρατηγική της εξισορρόπησης υπό τη μορφή ενός πολέμου δι’ αντιπροσώπου, που είχε υιοθετήσει η διακυβέρνηση Μπάιντεν, περάσαμε σε μια στρατηγική κατευνασμού: η αμερικανική πλευρά υποχωρεί από την σκληρή δέσμευσή της έναντι της ουκρανικής άμυνας και αναμένει ανάλογες υποχωρήσεις από τη Μόσχα. Εύκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει το βασικό αίτιο αυτής της αλλαγής, που είναι η διαφορετική αντίληψη της προεδρίας Τραμπ. Εν τούτοις, θα πρέπει να πούμε ότι, ακόμα και αν ο Τραμπ είχε χάσει τις εκλογές, μια νέα δημοκρατική διακυβέρνηση δεν θα είχε πολύ διαφορετικές επιλογές: ο πόλεμος είναι εξαιρετικά παρατεταμένος (κλείνει σύντομα τέσσερα χρόνια, όσο διήρκεσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος) και οι ΗΠΑ δεν μπορούν να βρίσκονται ες αεί σε έναν πολυδάπανο έμμεσο πόλεμο χωρίς άμεση εμπλοκή ζωτικών αμερικανικών συμφερόντων. Από τη στιγμή που η Ρωσία κατόρθωσε να απορροφήσει τους κραδασμούς των δυτικών κυρώσεων και να διατηρήσει ενεργό το μέτωπο, με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο, η Ουάσιγκτον θα έπρεπε να βρει μια «πόρτα εξόδου». Υπό αυτή την έννοια, το σχέδιο Τραμπ εξυπηρετεί το αμερικανικό «συμφέρον» της απεμπλοκής από το οικονομικό κόστος του πολέμου. Από την άλλη, η προδιάθεση αναγνώρισης των εδαφικών κατακτήσεων της Ρωσίας, που προωθείται μέσω του σχεδίου, εξυπηρετεί σαφώς τα συμφέροντα της ρωσικής πλευράς. Σε αυτή τη φάση η Ρωσία θέλει να αποφύγει μια προσωρινή de facto κατάσταση που θα μπορούσε ενδεχομένως να εξελιχθεί αρνητικά στο μέλλον. Συνεπώς, επιδιώκει την οριστική και συμφωνημένη επίλυση του ζητήματος διά της διεθνούς αναγνώρισης των αλλαγών επί του εδάφους.
-Μπορούμε να προβλέψουμε ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις της Ρωσίας αν πάρει ό,τι θέλει; Ποιες είναι οι ευρωπαϊκές χώρες που μπορεί να βρεθούν στο στόχαστρό της;
– Υπάρχει συζήτηση για τη Μολδαβία και τις χώρες της Βαλτικής. Εν τούτοις, προσωπικά δεν έχω πειστεί ότι η ρωσική εδαφική επέκταση στην Ουκρανία, εάν και εφ’ όσον αυτή «κλειδώσει» με το τέλος των εχθροπραξιών, θα σηματοδοτήσει μια ακατάσχετη καμπάνια επεκτατισμού προς δυσμάς. Στην Ευρώπη φαίνεται να επικρατούν αφηγήματα που συγκρίνουν την Ρωσία με τη ναζιστική Γερμανία και τον επεκτατισμό του Χίτλερ, που ενθαρρύνθηκε από τον αρχικό κατευνασμό της Γαλλίας και της Βρετανίας. Εξ ου και η στροφή της ΕΕ προς το μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα SAFE, προς αποφυγή αποστολής μηνυμάτων αδυναμίας που θα ενίσχυαν τον ρωσικό επεκτατισμό. Βέβαια έχει δώσει και η Ρωσία σημαντικές αφορμές, με τις υβριδικές επιχειρήσεις παραπληροφόρησης των προηγούμενων χρόνων, οι οποίες προήγαγαν φιλο-ρωσικά και αντιαμερικανικά και αντιευρωπαϊκά αφηγήματα σε συγκεκριμένες ευρωπαϊκές κοινωνικές ομάδες. Εσχάτως, οι κινήσεις ρωσικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών πάνω από ευρωπαϊκά αεροδρόμια και άλλες κρίσιμες υποδομές επιτείνουν το αίσθημα ανασφάλειας των Ευρωπαίων και ενισχύουν την πρόσληψη της ρωσικής απειλής.
-Η κατάσταση της ρωσικής οικονομίας πως επηρεάζει την κατάσταση;
– Θα έλεγα η Ρωσία διαφέρει θεμελιωδώς από τη ναζιστική Γερμανία, όπως και η τότε εποχή διαφέρει από την τωρινή. Κατ’ αρχάς, η πολυετής πολεμική περιπέτεια στην Ουκρανία έχει αρχίσει να προκαλεί σοβαρές πιέσεις στη ρωσική οικονομία. Μπορεί οι κυρώσεις να μην «έσπρωξαν» τη Ρωσία προς την έξοδο από τον πόλεμο, της επέβαλαν όμως οικονομικό κόστος εξαναγκάζοντάς την να πουλά ενέργεια σε πολύ χαμηλές τιμές, αλλά και διαταράσσοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού της ρωσικής βιομηχανίας. Ήδη από τον περασμένο Ιούνιο, ο Ρώσος Υπουργός Οικονομικών είχε παραδεχθεί ότι η Ρωσία βρίσκεται στο χείλος της ύφεσης. Επιπλέον, η πολυετής επικέντρωση στην πολεμική οικονομία θα φέρει σημαντικές ανακατατάξεις στην παραγωγική διαδικασία μετά το τέλος των εχθροπραξιών, με απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για την παραγωγική τάξη της χώρας όσο και για τους καταναλωτές.
Σε αντίθεση με την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος ακολούθησε την Μεγάλη Ύφεση και ξέσπασε σε μια περίοδο οικονομικού εθνικισμού και επεκτατισμού, στο σύγχρονο περιβάλλον υπάρχει σοβαρός βαθμός οικονομικής αλληλεξάρτησης. Κάθε επιλογή εξόδου από το σύστημα αλληλεξάρτησης επιφέρει κόστος. Η Ρωσία «τζόγαρε» φεύγοντας από την αλληλεξάρτηση με τη Δύση για να μπει στον πόλεμο, ελπίζοντας στην αλλαγή της διεθνούς τάξης, την από-δολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας και στην ανάδειξη των BRICS ως μια εναλλακτική παγκόσμια οικονομική δομή που θα της έδινε ελευθερία κινήσεων. Αυτή η αναδόμηση όμως δεν έχει συντελεστεί ακόμα, παρά την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου της Κίνας και των οικονομικών της πρωτοβουλιών. Αντ’ αυτού, οι μεσαίες δυνάμεις στις οποίες θα στηριζόταν αυτή η ανατροπή της μεταπολεμικής διεθνούς οικονομικής τάξης (π.χ. Ινδία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία), δεν επιλέγουν στρατόπεδο αλλά «παίζουν» και με τις δύο πλευρές. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Ρωσία δύσκολα θα βρεθεί σύντομα σε θέση να χρηματοδοτήσει μια νέα, μονομερή πολεμική περιπέτεια. Λέγοντας αυτό βέβαια, δεν απορρίπτω τη σημασία της αύξησης των αμυντικών δαπανών της ΕΕ και της ανάπτυξης αυτόνομων μηχανισμών άμεσης δράσης. Εν τούτοις, οι αντιλήψεις της ρωσικής απειλής είναι υπερβολικές και ενέχουν τον κίνδυνο δημιουργίας ενός επικίνδυνου σπιράλ έντασης.
-Πιστεύετε ότι το αμερικανικό σχέδιο αν εφαρμοστεί θα διασφαλίσει πως η Μόσχα δεν θα επαναλάβει μια νέα εισβολή στην Ουκρανία σε ένα, δύο χρόνια ή μετά το τέλος της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ;
-Δεν μπορεί κανείς να το εγγυηθεί αυτό. Τα όσα όμως έχω ήδη αναφέρει σε σχέση με την προοπτική ρωσικού επεκτατισμού στην Ευρώπη ισχύουν, μερικώς, και για την περίπτωση της Ουκρανίας: η Ρωσία θα πρέπει να ξανακτίσει την οικονομία της δημιουργώντας μετα-πολεμικές παραγωγικές γραμμές. Το γεγονός αυτό θα δημιουργήσει προοπτικές σταθερότητας για κάποιο χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα, αναλόγως και του είδους των εγγυήσεων ασφαλείας που θα έχει η Ουκρανία, θα καθοριστεί και το ύψος του πήχη κόστους που θα πρέπει να προσπεράσει η Ρωσία προκειμένου να ξαναμπεί σε μια πολεμική περιπέτεια στην Ουκρανία. Είναι όμως πιθανό να υπάρχουν μικρά επεισόδιά και περιορισμένης κλίμακας ρωσική επέκταση κατά μήκος της γραμμής αντιπαράταξης.
Εγείρονται θέματα για εδαφικά τετελεσμένα
-Ποιες θα είναι οι πιθανές επιπτώσεις για την Κύπρο, αν τελικά για πρώτη φορά από το 1945 επιβληθούν ευρεία εδαφικά τετελεσμένα στην Ουκρανία; Είναι εύλογος ο φόβος ότι αν επιβραβευτεί ο ρωσικός επεκτατισμός στην Ουκρανία, ότι θα γίνει το ίδιο και για τον τουρκικό στην Κύπρο;
-Εδώ εγείρονται δύο αλληλένδετα ζητήματα: το πρώτο αφορά στην αποδοχή των εδαφικών τετελεσμένων από το θύμα της ξένης επιθετικότητας και το δεύτερο στη διεθνή αναγνώρισή τους. Ως προς το πρώτο, η Κύπρος δεν επηρεάζεται διότι έχει ήδη αποδεχθεί τα εδαφικά τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής του 1974: η αποδοχή της αρχής της διζωνικότητας και η εισχώρησή της στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη ότι η Κύπρος αποδέχεται το «κλείδωμα» της εδαφικής διευθέτησης που επιβλήθηκε με τη βία των όπλων. Αυτό που συζητούμε είναι ο βαθμός κυριαρχίας που θα απολαμβάνουν οι δύο εδαφικές ζώνες, όχι όμως η ύπαρξή τους καθ’ εαυτή. Ως προς το δεύτερο υπάρχει ανησυχία σχετικά με το κατά πόσον τυχόν διεθνής αναγνώριση ρωσικής κυριαρχίας στα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη θα διευκολύνει και την διεθνή αναγνώριση της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου».
–Έχει η Κύπρος τα εργαλεία για να αντιδράσει;
-Το ενδεχόμενο αυτό δημιουργεί όντως κινδύνους, εν τούτοις αυτοί είναι εφικτό να ξεπεραστούν. Κατ’ αρχάς, η διεθνής αναγνώριση δεν προκύπτει ως υποχρέωση των κρατών, αλλά ως μονομερές δικαίωμα. Συνεπώς, το κάθε κράτος επιλέγει κατά πόσον θα αναγνωρίσει μια εδαφική μεταβολή αποκλειστικά με γνώμονα τα συμφέροντά του. Η μεγαλύτερη ίσως επιτυχία της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής στην ιστορία της είναι η επιτυχής ανάσχεση της αναγνώρισης της «ΤΔΒΚ» από τρίτα κράτη. Πρόκειται για επιτυχία που βασίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και επιτυγχάνεται ως αποτέλεσμα καλής δουλειάς σε διπλωματικό επίπεδο. Συνεπώς, στην περίπτωση που η Ουκρανία αποδεχθεί τα τετελεσμένα ως νόμιμα και η διεθνής κοινότητα ακολουθήσει, η Κύπρος θα έχει ένα ακόμα εμπόδιο να υπερνικήσει αλλά θα εξακολουθήσει να έχει τα εργαλεία στα οποία στηρίχθηκε η μέχρι τώρα επιτυχία της. Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να βρει τους κατάλληλους τρόπους χρήσης τους υπό τα νέα δεδομένα.
-Στην περίπτωση που το ουκρανικό επιλυθεί θα αποκατασταθούν οι σχέσεις της Ρωσίας με την Δύση, στο βαθμό που ήταν πριν την εισβολή του 2022; Ποια άλλα θέματα παραμένουν ανοικτά μεταξύ των δύο πλευρών;
-Κάθε μεγάλη ρήξη αφήνει τις πληγές της, ο χρόνος επούλωσης των οποίων ποικίλει αναλόγως των χαρακτηριστικών της κάθε σύγκρουσης. Η Ευρώπη κινείται ήδη δυναμικά προς απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια. Αυτό μπορεί να αλλάξει σε κάποιο βαθμό στο μέλλον, αλλά η δημιουργία νέων υποδομών προς αντικατάσταση των υποδομών μεταφοράς του ρωσικού φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές θα δυσκολεύει την επαναφορά της προτέρας κατάστασης. Το γεγονός αυτό θα διατηρήσει των αλληλεξάρτηση μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης σε χαμηλά επίπεδα για κάποια χρόνια, γεγονός που θα προκρίνει την αμοιβαία καχυποψία και τη δημιουργία εντάσεων. Εν τούτοις, στη διεθνή πολιτική συχνά αναπτύσσονται γρήγορα καινοφανείς δυναμικές που επιδρούν καταλυτικά στις διακρατικές σχέσεις και στα δίκτυα διεθνούς αλληλεξάρτησης, γεγονός που καθιστά αδύνατη την ακριβή πρόβλεψη του μέλλοντος.
Αδιασάλευτη η σχέση με την Κίνα
-Πως θα επηρεάσει την Κίνα μια συμφωνία για το ουκρανικό; Και για να το θέσω πιο απλά, για το Πεκίνο θα είναι καλό ή κακό νέο;
-Η Κίνα αξιοποίησε τον πόλεμο στην Ουκρανία ενισχύοντας τις σχέσεις της με τη Ρωσία, κυρίως όμως ενισχύοντας τη ρωσική εξάρτηση από το Πεκίνο, δημιουργώντας έτσι μια ασύμμετρη διμερή σχέση. Αξιοποιώντας τους δύο πολέμους των τελευταίων ετών, η Κίνα διαμόρφωσε για πρώτη φορά έναν αντι-αμερικανικό συνασπισμό, μια οιωνεί συμμαχία, με την προσθήκη σε αυτήν και του Ιράν.
Αν δει π.χ. κανείς πώς ψηφίζουν Κίνα και Ρωσία στο Συμβούλιο Ασφαλείας επί του ουκρανικού και επί του παλαιστινιακού παρατηρεί ότι ενεργούν και στα δύο ζητήματα σε πλήρη ευθυγράμμιση. Επιπλέον, μπορεί το Ιράν να αφέθηκε αβοήθητο κατά τον πόλεμο των 12 ημερών με το Ισραήλ, μετά όμως Κίνα και Ρωσία το ενίσχυσαν στρατιωτικά προκειμένου να αντιμετωπίσει μελλοντικές απειλές παρόμοιου τύπου. Εάν εφαρμοστεί το σχέδιο Τραμπ, τότε πιθανόν η Ρωσία να φλερτάρει με μεγαλύτερη αμερικανική επιρροή, δεδομένων μάλιστα των μεγάλων οικονομικών αναγκών που θα αντιμετωπίσει.
Ήδη, πριν από το ξέσπασμα του πολέμου το 2022, υπήρχε αρκετή συζήτηση, κυρίως σε ρεπουμπλικανικούς κύκλους στις ΗΠΑ, για το ενδεχόμενο αμερικανικής «σφήνας» στο ρωσο-κινεζικό συνασπισμό, προσελκύοντας τη Μόσχα σε μια στενότερη σχέση με την Ουάσιγκτον. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης παρομοιάζουν την ιδέα τους με την στρατηγική Νίξον-Κίσινγκερ της δεκαετίας του ’70, διά της οποίας αναγνωρίστηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και αποσπάστηκε από τον κομμουνιστικό συνασπισμό με τη Σοβιετική Ένωση. Τότε βέβαια υπήρξε και μια εδαφική διένεξη μεταξύ Κίνας και ΕΣΣΔ, ενώ σήμερα η διμερής σχέση Κίνας-Ρωσίας μοιάζει αδιασάλευτη.
Εν τούτοις, η Κίνα σίγουρα θα έχει το βλέμμα της προς αυτό το ενδεχόμενο, συνεχίζοντας όμως ταυτόχρονα να προβάλλει τον ειρηνικό της προσανατολισμό και την διαφωνία της με την προσφυγή στη χρήση βίας και τις ξένες παρεμβάσεις στα εσωτερικά των κρατών.
Μιχάλης Κοντός: Το σχέδιο Τραμπ εξυπηρετεί τη Ρωσία και τις ΗΠΑ και όχι την Ουκρανία
Η συνέντευξη του Μιχάλη Κοντού, Αναπληρωτή Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων, επικεντρώνεται στην πολυπλοκότητα της κατάστασης στην Ουκρανία και στην αξιολόγηση του αμερικανικού σχεδίου για ειρήνη. Ο κ. Κοντός εκφράζει επιφυλάξεις σχετικά με το σχέδιο αυτό, υποστηρίζοντας ότι εξυπηρετεί κυρίως τα αμερικανικά συμφέροντα για απεμπλοκή από το οικονομικό κόστος του πολέμου, καθώς και τα ρωσικά συμφέροντα μέσω της αναγνώρισης των εδαφικών κατακτήσεων. Θεωρεί ότι η Ρωσία δεν έχει καμία πρόθεση να σταματήσει τον πόλεμο, καθώς συνεχίζει να προελαύνει και να καταλαμβάνει νέες περιοχές. Ο κ. Κοντός αναφέρεται στις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει η επιβολή εδαφικών τετελεσμένων στην Ουκρανία για την Κύπρο, εκφράζοντας την ανησυχία ότι αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει τη διεθνή αναγνώριση της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου. Επισημαίνει τη σημασία της μη αποδοχής των εδαφικών τετελεσμένων από το θύμα της επιθετικότητας και την ανάγκη για προσοχή στη διεθνή αναγνώριση αυτών των τετελεσμένων. Στην ανάλυσή του, ο κ. Κοντός τονίζει τη σημασία της συγκριτικής ισχύος στη διαμόρφωση της πορείας της σύγκρουσης, επισημαίνοντας την στρατιωτική υπεροχή της Ρωσίας και την ικανότητά της να βρίσκει εναλλακτικές πηγές προμηθειών. Αναφέρει επίσης ότι η κόπωση του ουκρανικού στρατού και η έλλειψη εφεδρειών συμβάλλουν στην ρωσική προέλαση. Η συνέντευξη παρέχει μια εμπεριστατωμένη και κριτική άποψη για την κατάσταση στην Ουκρανία και τις γεωπολιτικές επιπτώσεις της.
You Might Also Like
Όταν η άδικη «ειρήνη» προετοιμάζει τον επόμενο πόλεμο στην Ουκρανία
Nov 21
Γιατί Ουκρανία και Ευρώπη δεν πρέπει να δεχτούν το σχέδιο Τραμπ
Nov 24
Τα τρία σενάρια για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Nov 26
Ποια είναι τα τρία σενάρια για τον πόλεμο στην Ουκρανία: Αλλάζει στάση το Κίεβο – Επιμένει στη σκληρή γραμμή η Μόσχα
Nov 26
Η Ρωσία χάνει ισχύ στο πεδίο της ενέργειας
Nov 26