Ο τελετάρχης της εκδήλωσης έναρξης της Κυπριακής Προεδρίας ανοίγει τα χαρτιά του για τη μεγάλη βραδιά.
Το απόγευμα της 7ης Ιανουαρίου, στην Κεντρική Σκηνή «Εύης Γαβριηλίδης» του ΘΟΚ, θα συμπυκνωθεί σε 60’ ένα σύνθετο καλλιτεχνικό και θεσμικό εγχείρημα υψηλών απαιτήσεων με δεκάδες συντελεστές και υψηλό συμβολικό φορτίο. Ο έχων το γενικό καλλιτεχνικό πρόσταγμα Κώστας Σιλβέστρος περιγράφει τη διαδικασία ως συλλογική άσκηση εμπιστοσύνης και μιλά για τις απαιτήσεις του συντονισμού, καθώς επίσης για τις δυσκολίες και τα διακυβεύματα μιας βραδιάς που καλείται να συστήσει την Κύπρο, όχι ως καρτ ποστάλ, αλλά ως ζωντανή εμπειρία.
–Τι σημαίνει για σένα το καθήκον να διευθύνεις καλλιτεχνικά αυτή την τελετή; Πρώτα απ’ όλα με τιμά το ότι με επέλεξαν στη θέση αυτή, σε μια τελετή με τόσο μεγάλη σημασία και ευρεία προβολή στην Κύπρο και το εξωτερικό. Δεν έχουμε πολλές ευκαιρίες στη ζωή μας να κάνουμε τόσο μεγάλες παραγωγές, ειδικά στην Κύπρο. Είναι μια ευκαιρία να δουλέψω σε πιο μεγάλη κλίμακα, με πολλούς συντελεστές. Από την πρώτη στιγμή, αυτό που λέω είναι ότι δεν πρόκειται για μια προσωπική υπόθεση. Δεν είναι η βραδιά «μου», η τελετή «μου», η παράστασή «μου». Με προσκάλεσαν να φτιάξω μια εκδήλωση που εκπροσωπεί τη χώρα και στόχος είναι να δώσω μία εικόνα της χώρας έτσι όπως την αγαπώ, όπως τη βλέπω. Έτσι, ανοίχτηκα σε μία ομάδα καλλιτεχνών που θεωρώ ότι μπορούν να αποτυπώσουν την ωραία πλευρά της Κύπρου.
–Μόνο την ωραία πλευρά; Είναι μια γιορτή και προέχει η ομορφιά της Κύπρου. Παρ’ όλα αυτά, όντας το τελευταίο διαιρεμένο κράτος της ΕΕ, δεν μπορούμε να μην κάνουμε αναφορές στην πολιτική κατάσταση, κάτι που άλλωστε θέλοντας και μη είναι μέρος της ταυτότητάς μας. Το τραύμα είναι κομμάτι της καθημερινότητας και δεν μπορεί να μην αποτελεί και μέρος της πρότασης.
–Ποιοι αποτελούν την ανθρωπογεωγραφία που θα περάσει από τη σκηνή; Εμπλέκονται καλλιτέχνες από διάφορους χώρους των τεχνών. Από τη σκηνή δεν θα περάσουν μόνο εκπρόσωποι των παραστατικών τεχνών, αλλά και από άλλους χώρους, όπως λ.χ. ένας αθλητής που θα δώσει το δικό του στίγμα. Είχα να διαχειριστώ ανθρώπους με τεράστια εμπειρία στη σκηνή αλλά και άλλους με σημαντική πορεία στις τέχνες, τα πρόσωπα των οποίων όμως δεν βλέπαμε στη σκηνή. Υπάρχει μια ομάδα χορευτών, χορωδία, κλιμάκιο της Συμφωνικής Ορχήστρας, ηθοποιοί, τεχνικοί. Κάθε ομάδα εργαζόταν μέχρι τώρα ξεχωριστά κι εγώ επέβλεπα τις εργασίες, μέχρι που φτάσαμε στη φάση όπου όλα τα κομμάτια του παζλ θα ενωθούν στην Κεντρική Σκηνή του ΘΟΚ. Αυτό απαιτούσε καλό συντονισμό και συνεννόηση, τόσο με τους συνεργάτες όσο και με τους αρμόδιους φορείς που εμπλέκονται: το Υφυπουργείο Πολιτισμού, τη Γραμματεία Κυπριακής Προεδρίας, την Υφυπουργό Ευρωπαϊκών Θεμάτων.
–Αισθάνεσαι επιφορτισμένος με επιπλέον βάρος σε σχέση με τη μέχρι τώρα καλλιτεχνική σου δράση; Αισθάνομαι το βάρος της ευθύνης. Για να φανταστείς, ενώ έχω κόψει εδώ και τρία χρόνια το τσιγάρο, τα τελευταία βράδια βλέπω στον ύπνο μου ότι καπνίζω. Ξυπνώ και λέω «ευτυχώς, ήταν όνειρο». Υπάρχει αγωνία και προσμονή. Πάντως, φρόντισα να έχω πολύ ικανούς συνεργάτες για να μοιράζομαι ευθύνες και βάρη ώστε να μην τα κουβαλώ όλα μόνος μου. Αυτοί, ουσιαστικά, είναι η δύναμή μου.
–Αισθάνεσαι ότι προχωράει καλά; Ναι, νιώθω ότι είμαστε κοντά σ’ αυτό που είχαμε ονειρευτεί από την αρχή και λαμβάνω θετική ανατροφοδότηση από ανθρώπους που παρακολουθούν τις πρόβες και θέλω να πιστεύω ότι αυτό θα είναι και το τελικό αποτύπωμα της τελετής.
-Σε μια τελετή που απευθύνεται πρωτίστως σε ηγέτες και αξιωματούχους και μεταδίδεται σε ολόκληρη την κοινωνία, ποιο κοινό σε απασχόλησε στη σκέψη και τη δραματουργία; Δεν απευθύνομαι σε συγκεκριμένο κοινό. Μακάρι να καταφέρουν κομμάτια της τελετής να συγκινήσουν με τον ίδιο τρόπο τον ξένο ηγέτη μέσα στην αίθουσα, όσο και τον τελευταίο πολίτη που θα παρακολουθεί από την τηλεόραση. Αυτό θεωρώ ότι το κατορθώνουμε μέσα από μια ποιητική χροιά. Εξάλλου, θεωρώ ότι η νίκη της τέχνης είναι όταν καταφέρνει να ακουμπήσει όλους τους ανθρώπους. Γενικά, σκέφτομαι πάντα ότι θέλω να καταλάβει και να αισθανθεί μια παράστασή μου από τη μητέρα μου, που δεν έχει θεατρική παιδεία, μέχρι τον πιο ψαγμένο κριτικό.
–Η μητέρα σου απολαμβάνει τις παραστάσεις σου; Ναι. Είναι μια λαϊκή γυναίκα, στην οποία αρέσουν πολύ οι παραστάσεις μου. Αντικειμενικά, πάντα (γέλια).
–Οι μεγάλες επίσημες τελετές μπορούν ακόμη να παράγουν ουσιαστικό καλλιτεχνικό νόημα ή εκ των πραγμάτων είναι συμβολικές κατασκευές; Αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα: να καταφέρουμε να περάσουμε κάποια μηνύματα και νοήματα, αλλά να μη μείνουμε σε μία «αποστειρωμένη» πολιτική βραδιά, χωρίς τη συγκίνηση που δημιουργεί ένα έργο τέχνης. Θεωρώ ότι μπορούμε με την τελετή να περάσουμε μηνύματα, αλλά και να συγκινήσουμε.
–Πώς διαχειρίζεται ένας σκηνοθέτης την ένταση ανάμεσα στην καλλιτεχνική ελευθερία και τη θεσμική εκπροσώπηση ενός κράτους; Με ειλικρίνεια. Έτσι στάθηκα σε όλες τις συναντήσεις που είχαμε σ’ ένα καινούργιο περιβάλλον για μένα. Βρέθηκα ένα πρωί να συζητάω με ανθρώπους που δεν προέρχονται από το πεδίο της τέχνης. Έπρεπε να τους αναλύσω και να τους εξηγήσω το καλλιτεχνικό μου όραμα. Προσπάθησα να το κάνω χωρίς να υποτιμώ κανέναν και χωρίς να θεωρώ ότι απευθύνομαι σε κάποιους που δεν μπορούν να αντιληφθούν αυτό που θέλουμε να κάνουμε. Μοιράστηκα τις ιδέες μου, ανταλλάξαμε απόψεις για ένα διάστημα και σε κάποια πράγματα συναντηθήκαμε κάπου στη μέση, ενώ σε άλλα συμφωνήσαμε απόλυτα.
–Αναρωτήθηκες ποτέ, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, αν μπορείς όντως να ανταπεξέλθεις σ’ ένα πρότζεκτ τέτοιας κλίμακας και τέτοιου ειδικού βάρους; Από τη στιγμή που ξεκίνησα τη διαδικασία, ακόμη κι από τη στιγμή που στήναμε ακόμη την αρχική πρόταση, είχα στο πλευρό μου πολύτιμους συνεργάτες, όπως ο Σταύρος Σταύρου που ανέλαβε τη διεύθυνση παραγωγής και βασίστηκα πάνω του σε πολλά πράγματα. Έχει κι αυτός τη δική του ομάδα, όπως κι εγώ τη δική μου στο καλλιτεχνικό κομμάτι. Έτσι, κάθε φορά που αισθανόμουν ότι τα πράγματα είναι πιεστικά και δυσκολεύομαι ν’ ανταπεξέλθω, απευθυνόμουν στους συνεργάτες μου, οι οποίοι μου έβρισκαν λύσεις και μου έδιναν δύναμη.
–Βρέθηκες μπροστά σε στιγμές αμφιβολίας, ταλάντευσης; Σίγουρα. Δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια καλλιτεχνική δημιουργία. Και στην τέχνη υπάρχει πάντα η αμφιβολία. Μάλιστα, προσωπικά, την επιδιώκω. Με τρέφει η αμφιβολία. Ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα που είχα να διαχειριστώ ήταν ότι άνθρωποι που εκπροσωπούσαν τους εμπλεκόμενους φορείς ζητούσαν απαντήσεις πριν ζυμωθούν καλά τα πράγματα. Χρειάστηκε να τους εξηγήσω ότι ένα έργο τέχνης χρειάζεται χρόνο, ζύμωμα, αμφιβολία. Προσπάθησα να κερδίσω την εμπιστοσύνη τους χωρίς να δουν το τελικό αποτέλεσμα, αλλά εισπράττοντας την εμπιστοσύνη που εισέπραττα κι εγώ από τους συντελεστές. Τώρα που αρχίζουμε να βλέπουμε τα πράγματα να υλοποιούνται, νιώθω ότι είμαστε όλοι αρκετά ικανοποιημένοι.
-Πώς χτίζεται η εμπιστοσύνη όταν δουλεύεις με δεκάδες συντελεστές σε ένα τόσο σύνθετο και πιεστικό πλαίσιο; Και πάλι με ειλικρίνεια. Από την πρώτη μέρα φρόντισα να επενδύσω στις προσωπικές σχέσεις με τους καλλιτέχνες. Λ.χ. ταξίδεψα μέχρι τα Πλατανίσκια για να πιούμε καφέ με τον Χαμπή Τσαγγάρη στην αυλή του και να του εξηγήσω το όραμα, να τον πείσω πόσο σημαντική είναι η παρουσία του στην τελετή. Ή πήγα στην Αμμόχωστο να συναντήσω την Νουρτανέ Καραγκίλ. Ή αντάλλαξα ιδέες με λειτουργούς του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Με κάθε συντελεστή χωριστά, φρόντισα να έχω προσωπική επαφή, δίνοντας μια ολοκληρωμένη εικόνα. Στους δέκα μήνες που εργαζόμαστε γι’ αυτή την τελετή, ήθελα να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης και να είμαστε όλοι στο ίδιος μήκος κύματος.
–Η τελετή είναι αυστηρά χρονικά περιορισμένη. Τι είναι πιο δύσκολο: να πεις πολλά σε λίγο χρόνο ή να επιλέξεις τι θα μείνει απέξω; Μετά το τελετουργικό με τους χαιρετισμούς, τις ομιλίες και τους ύμνους ακολουθεί το καλλιτεχνικό κομμάτι. Εμένα μ’ αρέσει αυτός ο περιορισμός των 60′ γιατί τελικά κάποια πράγματα πήραν μια πυκνότητα που νομίζω ότι λειτουργεί καλά. Συχνά, μπορείς να πεις πολλά πράγματα με μια εικόνα και να αποφύγεις τις φλυαρίες. Θα είναι στοχευμένες εικόνες και συναισθήματα, σε σύντομα επεισόδια, αλλά πυκνά σε εικόνα, ήχο και νοήματα.
–Φοβάσαι την αποτυχία; Το ερχόμενο καλοκαίρι κλείνω 10 χρόνια στη σκηνοθεσία. Μια δεκαετία από τον Πλούτο της Φτωχολογιάς. Από τότε σκηνοθετήσει κάτι λιγότερο από 30 παραστάσεις, κάπου κοντά στις 26. Κάποιες ευτύχησαν από την κριτική και την αποδοχή του κοινού, αλλά εγώ, για τους δικούς μου λόγους, μπορεί να θεωρώ επιτυχημένες άλλες. Έχω μάθει πλέον να ζω ανάμεσα στις συνθήκες της επιτυχίας και της αποτυχίας. Νομίζω ότι διαχειρίζομαι τον φόβο της αποτυχίας καλύτερα από ό,τι πριν 5-6 χρόνια.
–Πώς κατάφερες να τον διαχειριστείς; Έχω ως φάρο τη θνητότητα των πραγμάτων. Η συνειδητοποίηση αυτή μού δίνει δύναμη και στις επιτυχίες και στις αποτυχίες. Ό,τι και να συμβαίνει, είμαστε ακόμη εδώ, «επί σκηνής» και άρα είναι όλα μέσα στο παιχνίδι. Σημασία έχει να υπάρχει εντιμότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Ειδικά σε τόσο μεγάλα project. Λίγες μέρες πριν τα αποκαλυπτήρια, νιώθω ότι μπορώ να κοιτάξω όλους τους συνεργάτες μου στα μάτια, έχοντας αποφύγει μεγάλες συγκρούσεις, ή αποχωρήσεις συντελεστών. Παράλληλα, έχω καταφέρει να διαχειριστώ μια κατάσταση που απαιτούσε ειδικούς χειρισμούς με μια φαινομενική ψυχραιμία- γιατί μέσα μου μπορεί να βράζω, αλλά δεν μεταφέρω τον πανικό. Επιμένω στο καλό κλίμα σε μια δουλειά.
–Είναι πάντα προϋπόθεση το καλό κλίμα; Για μένα ναι. Αντιλαμβάνομαι ότι κάποιοι άλλοι προτιμούν να εργάζονται διαφορετικά. Όντας και ηθοποιός, έχω δουλέψει με ανθρώπους που δεν επιδίωκαν το καλό κλίμα, με δημιουργούς που μέσα από μια τάση χάους ή αυτοκαταστροφής δημιουργούσαν ατμόσφαιρα έντασης κι έπρεπε να «βασανιστούμε» όλοι για να βγει το αποτέλεσμα. Όντως, μπορεί στο τέλος το αποτέλεσμα να ήταν καλό. Αλλά εγώ δεν είμαι αυτής της «σχολής». Παρόλο που, κυριολεκτικά, στη δραματική σχολή που σπούδασα, αυτή του Θεάτρου Τέχνης, υπήρχαν καθηγητές που ήταν έτσι μαθημένοι. Υπήρξαν μαθητές του Κουν, του Λαζάνη, του Κουγιουμτζή και μάς έλεγαν ότι περνούσαν με σκυμμένο κεφάλι και στις μύτες των ποδιών έξω από το καμαράκι του Κουν για να μην τους πάρει χαμπάρι επειδή συγκεντρωνόταν. Καλώς ή κακώς, βέβαια, κάποιος πρέπει να παίρνει τις αποφάσεις. Γίνεται να παίρνονται και με τρόπο που δεν είναι απαραίτητα δεσποτικός. Έχω τον δικό μου τρόπο, αν θέλεις, να καταφέρνω τα πράγματα να αρχίζουν και να τελειώνουν εκεί που πρέπει, χωρίς εντάσεις και φωνές.
-Έχει αλλάξει ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο του καλλιτέχνη στην κοινωνία σήμερα, σε σχέση με όταν ξεκινούσες; Όταν ξεκινούσα, θεωρούσα ότι μπορούμε με μια ομάδα να αλλάξουμε τα πάντα, ολόκληρη τη χώρα, τον κόσμο, επειδή κάναμε μια παράσταση. Στην πορεία και κουβαλώντας παραστάσεις που θεωρώ ότι μπορεί και να άφησαν ένα αποτύπωμα, όπως το «Περιμένοντας τον Γκοντό» στη Νεκρή Ζώνη, ή το «Cock» του ΘΟΚ που σήκωσε σκόνη τότε για το γκέι φιλί επί σκηνής, διαπίστωσα ότι τα πράγματα όσο και να συζητηθούν για ένα διάστημα, μετά ξεχνιούνται. Επανερχόμαστε στις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» μέχρι να ξαναγίνει κάτι και να επανέλθει η τέχνη στον δημόσιο διάλογο- για καλό ή για κακό. Όπως τώρα, ας πούμε, που συζητάμε πάλι για την ελευθερία της έκφρασης, δηλαδή για τα αυτονόητα που συζητούσαμε και με το «Cock» πριν κάποια χρόνια.
–Ίσως να είναι και χειρότερα τώρα τα πράγματα, δεν βρίσκεις; Αυτό το πισωγύρισμα, λοιπόν, όλης της κοινωνίας κι όχι απλώς σε ό,τι αφορά την τέχνη, προσωπικά μού δημιουργεί μια κούραση και μια ματαιότητα. Με κάνει να αναρωτιέμαι αν όντως τελικά μένουν τα αποτυπώματα που θεωρούμε ότι αφήνουμε μέσα από μια δουλειά. Ή αν πράγματι είναι τόσο ρευστά και εφήμερα τα πράγματα, όπως η φύση της τέχνης μας. Κι αν συμβαίνει αυτό, ίσως πρέπει, τη στιγμή που κάτι λειτουργεί και συζητιέται, να αξιοποιείται καλύτερα. Όταν ξεκινούσα, πριν 10-15 χρόνια, ένιωθα πραγματικά ότι κάτι αλλάζει, ότι προχωρούμε μπροστά. Τώρα αισθάνομαι ότι ζούμε το ένα πισωγύρισμα μετά το άλλο.
–Αν νιώθεις ότι είναι μάταιο αυτό που κάνεις, τότε ποιο είναι το κίνητρό σου; Επειδή είμαστε μια κοινωνία των άκρων και των πόλων, την ίδια ώρα που έχουμε πισωγυρίσματα, βλέπουμε και κάποιες προοδευτικές εκλάμψεις. Έτσι, μια απογοητεύομαι από το ένα, μια παίρνω κουράγιο από το άλλο και κάπου στη μέση προσπαθώ κι εγώ να επιβιώσω καλλιτεχνικά μέσα σ’ όλο αυτό τον ντελίριο και τον παραλογισμό. Από την άλλη, βέβαια, είναι και τροφή όλο αυτό.
–Η Ευρώπη μπορεί ακόμη να «σκηνοθετηθεί»; Η Ευρώπη δέχεται κι αυτή σήμερα τα δικά της πλήγματα, αμφισβητείται, κλονίζεται. Άρα, τέτοιες στιγμές που μας φέρνουν έστω για λίγο κοντά, όπως μια τελετή, πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε ως ευκαιρία για αντάμωμα. Εάν καταφέρουμε να αισθανθούμε μαζί, θα είναι κέρδος. Πάντως, εγώ δεν πάω να σκηνοθετήσω την «Ευρώπη». Πάω να σκηνοθετήσω κάτι που ίσως συγκινήσει την Ευρώπη και τον πολίτη της Κύπρου. Αν ακόμη μπορούμε να συγκινούμαστε, αυτό είναι μια χαραμάδα ελπίδας.
–Πώς εντάσσεται το «κυπριακό στοιχείο» σε μια ευρωπαϊκή τελετή; Δεν ήθελα να φτιάξουμε κάτι γραφικο-φολκλορικό ή καρτποσταλικό. Ένας στόχος ήταν να προσεγγίσουμε την παράδοση με μια φρέσκια, σημερινή ματιά. Επένδυσα πολύ σ’ αυτό το πάντρεμα. Λ.χ. ενδυματολογικά, έχει κάνει εξαιρετική δουλειά η Κωνσταντίνα Ανδρέου, η οποία συνεργάστηκε με την Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας για να πάρει κάποια παραδοσιακά μοτίβα και να φτιάξει νέα, σύγχρονα κοστούμια βασισμένα σ’ αυτά.
–Η Κύπρος κουβαλά μια ιστορία τραύματος και εκκρεμότητας. Αυτά πώς μετατρέπονται σε καλλιτεχνική αφήγηση; Γενικά, επενδύουμε σε μια σιωπηρή αφηγηματικότητα, η οποία υποστηρίζεται από τους ήχους της μουσικής. Θεωρώ, ότι είναι σημαντικό να αναδείξουμε το κυπριακό ζήτημα. Είναι μία ευκαιρία να το υπενθυμίσουμε. Τα τελευταία χρόνια ταξίδεψα σε πολλές χώρες, ειδικά με το «Still», για να συνειδητοποιήσω πως όχι μόνο έχει ξεχαστεί το ζήτημα στην Κύπρο, αλλά δεν γνωρίζουν ούτε τα βασικά. Συνεχώς έρχομαι αντιμέτωπος με ανθρώπους που σοκάρονται όταν τους εξηγώ ότι στη Λευκωσία υπάρχουν πραγματικά συρματοπλέγματα και οδοφράγματα, ότι δηλαδή είναι μια χειροπιαστή συνθήκη, ότι έτσι ζούμε. Προσπάθησα να τα προσεγγίσω αυτά με την απαραίτητη ευαισθησία, χωρίς δογματισμούς και εμμονές.
–Ως νησί στην άκρη της Ευρώπης, η Κύπρος παρουσιάζεται συχνά ως «γέφυρα» ή «σύνορο». Σκηνοθετικά, πού τοποθετείς το σώμα της χώρας; Είναι μια γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ανατολή, βρίσκεται στη μέση των ηπείρων κι αυτό είναι κάτι που διαπιστώνεται ιστορικά αλλά και μέσα από την τωρινή πραγματικότητα. Αυτή είναι και η γοητεία και η ομορφιά της Κύπρου: αυτό το πάντρεμα πολιτισμών, η πολυπολιτισμικότητα που πολλοί δεν θέλουν να αποδεχτούν. Η ταυτότητά μας μπορεί να είναι πιο πολλά πράγματα από κάτι «σκληρό» και «καθαρό».
- INFO Τετάρτη 7 Ιανουαρίου, 6.30μ.μ. H τελετή έναρξης θα είναι κλειστή και θα παρίστανται μόνο ηγέτες και υψηλοί αξιωματούχοι από την Κύπρο και το εξωτερικό. Tο ευρύ κοινό θα μπορεί να τη δει μέσω απευθείας τηλεοπτικής μετάδοσης.
Ελεύθερα, 21.12.2025
Κώστας Σιλβέστρος: Με τρέφει η αμφιβολία
Ο Κώστας Σιλβέστρος, τελετάρχης της εκδήλωσης έναρξης της Κυπριακής Προεδρίας, μίλησε για τις προκλήσεις και τις απαιτήσεις της διοργάνωσης. Η εκδήλωση, διάρκειας 60 λεπτών, θα παρουσιαστεί στην Κεντρική Σκηνή «Εύης Γαβριηλίδης» του ΘΟΚ και στοχεύει να παρουσιάσει μια ζωντανή εμπειρία της Κύπρου, πέρα από τα στερεότυπα. Ο Σιλβέστρος τόνισε τον συλλογικό χαρακτήρα της προσπάθειας, με τη συμμετοχή καλλιτεχνών από διάφορους τομείς, όπως χορευτών, χορωδίας, ηθοποιών και αθλητών. Η εκδήλωση θα αναφερθεί και στην πολιτική κατάσταση του νησιού, καθώς το τραύμα της διαίρεσης αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της κυπριακής ταυτότητας. Ο Σιλβέστρος εξέφρασε την αγωνία του για την επιτυχία της διοργάνωσης, ενώ αναφέρθηκε στην ανάγκη για συντονισμό με διάφορους φορείς, όπως το Υφυπουργείο Πολιτισμού και τη Γραμματεία της Κυπριακής Προεδρίας. Η εκδήλωση σηματοδοτεί μια σημαντική στιγμή για την Κύπρο και αναμένεται να προσελκύσει το ενδιαφέρον τόσο των Κυπρίων όσο και του διεθνούς κοινού.
You Might Also Like
Συραγώ Τσιάρα: Το μίνιμουμ για ένα μουσείο είναι να συνδυάζει γνώση, απόλαυση και αναστοχασμό
Dec 12
Όταν το σώμα γίνεται αρχείο
Dec 15
Σταύρος Χριστοδούλου: Πάντα θα υπάρχουν δικαιολογίες, για να αποφεύγουμε να ζήσουμε
Dec 19
Γιώργος Χριστοδουλίδης: Ψάχνοντας μέσα μου, συναντώ τους άλλους
Dec 20
Βλαχοδήμος: «Νιώθω καλά που είμαι σημαντικός για τη Σεβίλη»
Dec 20