Typos

Η ανεξέλεγκτη εξουσία κουράζει τη Δημοκρατία

Published November 4, 2025
Η ανεξέλεγκτη εξουσία κουράζει τη Δημοκρατία

Του Πατριάρχη
Η δημόσια διαφωνία για τη μεταρρύθμιση της Νομικής και της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, δεν είναι μια τεχνική φιλονικία επί νομικών (συνταγματικών) θεμάτων. Πρόκειται για βαθιά πολιτικό ζήτημα που αγγίζει τον πυρήνα της θεσμικής ισορροπίας του κράτους.
Όταν ο Γενικός Εισαγγελέας, επισημαίνει πιθανότητα αντισυνταγματικότητας στα κυβερνητικά νομοσχέδια και ο Γενικός Ελεγκτής εκφράζει ενστάσεις για δημιουργία Ελεγκτικού Συμβουλίου, το ερώτημα δεν είναι αν έχουν δικαίωμα να δημιουργούν σκιές νομικής φύσεως, αλλά ποιος ελέγχει τους δύο θεσμούς και με ποια διαδικασία. Η Δημοκρατία συρρικνώνεται με ανεξέλεγκτες εξουσίες και διευρύνεται με ισορροπίες και λογοδοσία.
Η Κύπρος κουβαλά μια ιδιορρυθμία που πηγάζει από το Σύνταγμα του 1960. Ο Γενικός Εισαγγελέας είναι ταυτόχρονα νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης και άρχων των ποινικών διώξεων. Αυτό δημιουργεί σύγκρουση ρόλων που δεν χρειάζεται φιλοσοφική ερμηνεία, για να γίνει αντιληπτός. Όταν ο ίδιος άνθρωπος εισηγείται νομικά στην εκτελεστική εξουσία και αποφασίζει για διώξεις, η πιθανότητα σύγχυσης καθηκόντων είναι προφανής και την έχουμε δει ουκ ολίγες φορές. Η πρόταση να δημιουργηθεί ανεξάρτητος θεσμός Δημόσιου Κατηγόρου, με συγκεκριμένες αρμοδιότητες, δεν είναι δα και επανάσταση. Είναι στοιχειώδης εκσυγχρονισμός που ήδη συνδυάζεται με εισηγήσεις ευρωπαϊκών θεσμών.
Η ένσταση ότι η αλλαγή θα προκαλέσει «νομική ασάφεια» ακούγεται περισσότερο ως φόβος απώλειας εξουσίας παρά ως περιγραφή πραγματικού κινδύνου. Η διεθνής εμπειρία δείχνει πως ο σαφής διαχωρισμός ρόλων μειώνει την αυθαιρεσία και αυξάνει τη διαφάνεια. Οι ίδιες οι αξιολογήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιγράφουν το πλαίσιο όπως οφείλει να διαμορφωθεί. Αν κάτι χρειάζεται προσοχή είναι η ακριβής οριοθέτηση αρμοδιοτήτων και ο ελάχιστος κανόνας ελέγχου αποφάσεων παροχής αναστολής ποινικών διώξεων, ώστε το «δημόσιο συμφέρον» να μην εκλαμβάνεται ως άγιο δισκοπότηρο που τα μυστικά του τα κατέχει μόνο ο Γενικός Εισαγγελέας.
Στην Ελεγκτική Υπηρεσία το διακύβευμα είναι διαφορετικό αλλά εξίσου κρίσιμο. Ναι, η ανεξαρτησία της είναι όρος υγιούς διοίκησης. Όμως ανεξαρτησία δεν σημαίνει απουσία κανόνων. Όταν οι έρευνες μοιάζουν επιλεκτικές ή όταν η δημοσιότητα προηγείται της τεκμηρίωσης, η ζημιά δεν περιορίζεται στους στοχοποιημένους πολίτες. Τραυματίζεται ο ίδιος ο θεσμός. Η πρόσφατη συζήτηση για τη θεσμική θωράκιση της Υπηρεσίας με σαφείς θητείες, οικονομική αυτοτέλεια αλλά και προβλέψιμο πλαίσιο ελέγχου, κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Η λογοδοσία δεν ακυρώνει την ανεξαρτησία. Την προστατεύει.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία έχει ήδη πληρώσει ακριβά τις προσωπικές αντιπαραθέσεις του τέως Γενικού Ελεγκτή. Η αποπομπή του Οδυσσέα Μιχαηλίδη και ο θόρυβος που ακολούθησε, δεν πρέπει να γίνει μόνιμη κατάσταση, ούτε για να δικαιωθεί κάποιος στη δημόσια σφαίρα, ούτε για να τρομάξουν οι επόμενοι. Χρειάζεται ψυχραιμία, καθαροί κανόνες δεοντολογίας και διαδικασίες που δεν θα χωρούν σε τηλεοπτικά πλαίσια και σε αναρτήσεις στο Χ. Υπάρχουν ήδη κώδικες και διεθνή πρότυπα που μπορούν να αξιοποιηθούν με συνέπεια.
Εδώ λοιπόν ο ρόλος του Γιώργου Σαββίδη και του Αντρέα Παπακωνσταντίνου είναι κομβικός. Όχι για να κερδίσουν μια μάχη επιρροής αλλά για να διευκολύνουν την ωρίμανση ενός συστήματος που θα υπάρχει και μετά από αυτούς. Να αποδεχθούν ότι κανένας αξιωματούχος δεν είναι μόνιμος και ότι η ισχυρή ανεξαρτησία χωρίς μηχανισμούς ελέγχου καταλήγει σε σιωπηρή αυθαιρεσία. Θητείες συγκεκριμένες και μη ανανεώσιμες, διακριτοί ρόλοι, διαφανείς διαδικασίες ελέγχου και πάνω απ’ όλα αυτοπεριορισμός. Η Δημοκρατία δεν μπορεί αν λειτουργήσει με «αυτοκρατορικές» εξουσίες κανενός αξιωματούχου.
Οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να ναρκοθετούνται με δηλώσεις αμφιβολίας που καλλιεργούν σύγχυση. Αντιθέτως πρέπει να στηρίζονται με εισηγήσεις για καθαρές ρυθμίσεις που «παντρεύουν» την κοινή λογική με το κράτος δικαίου.