Politis

Η Ανδρούλλα Βασιλείου στον «Π»: Όταν μιλούσαν οι γυναίκες άδειαζαν τα έδρανα

Published November 9, 2025
Η Ανδρούλλα Βασιλείου στον «Π»: Όταν μιλούσαν οι γυναίκες άδειαζαν τα έδρανα

Συναντηθήκαμε στην οικία της στη Λευκωσία, με το φως του απογεύματος να πέφτει στα βιβλία, τις φωτογραφίες και τους πίνακες στους τοίχους. Όλα στην εντέλεια, όπως πάντα. Η προηγούμενη συνέντευξή μας έγινε πριν από περίπου 27 χρόνια, όταν ξεκίνησε την κυκλοφορία του ο «Π» και όταν όλα έδειχναν ότι υπήρχε μία δυναμική στο γυναικείο κίνημα. Δυστυχώς, τρεις δεκαετίες μετά, η παρουσία των γυναικών στη Βουλή παραμένει καθηλωμένη στην τελευταία θέση της Ευρώπης.
Η Ανδρούλλα Βασιλείου -στη συνείδηση του κόσμου «η Ανδρούλλα» και σε διάφορους δημοσιογραφικούς και πολιτικούς κύκλους «η Ανδρούλλα και εγώ»- δεν ήταν ποτέ η κ. Βασιλείου. Δεν ήταν ποτέ απλώς η πρώτη κυρία, σύζυγος ενός πρώην ΠτΔ, ούτε καν κάποια που πέτυχε επειδή είχε μόρφωση, οικογένεια και σύζυγο. Ξεπέρασε τα σύνορα, διεκδίκησε θέσεις που δεν δίδονται σε γυναίκες στον τόπο μας, και αυτήν την άκρως πετυχημένη καριέρα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως αποτελεί καθαρά δικό της επίτευγμα. Λόγω ενός έμφυτου στοιχείου ισότητας και διεκδικητικότητας για εκσυγχρονισμό, καθώς και ενός ακέραιου χαρακτήρα.
Το τρίτο πανεπιστήμιο
Σπούδασε Νομικά και Διεθνείς Σχέσεις στο Λονδίνο, εργάστηκε ως δικηγόρος για δύο δεκαετίες συμβουλεύοντας μεγάλες τράπεζες και στη συνέχεια αφιερώθηκε στην πολιτική και στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ήταν βουλευτής από το 1996 έως το 2006, ενεργό μέλος σε ευρωπαϊκές επιτροπές και οργανώσεις και αποκορύφωμα της καριέρας της ήταν ο διορισμός της ως Ευρωπαίας επιτρόπου για την Υγεία για δύο χρόνια (2008- 2010) και για την Εκπαίδευση, τον Πολιτισμό, τη Νεολαία και τον Αθλητισμό (2010- 2014).
«Για μένα, τα επτά χρόνια που εργάστηκα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν το τρίτο πανεπιστήμιο που φοίτησα. Στη διάρκειά του ένιωσα απόλυτη ελευθερία και ίση μεταξύ 27 άλλων επιτρόπων. Η συνεργασία μου με τόσες διαφορετικές εθνικότητες ήταν αυτό που με έκανε να νιώσω ακόμα πιο Ευρωπαία και να πιστέψω στη δύναμη της ενότητας, που δυστυχώς ορισμένα κράτη μέλη προσπαθούν να καταστρέψουν».
Στην εποχή της απαξίωσης
«Ήταν δύσκολα», θυμάται με ένα ειλικρινές χαμόγελο που δεν κρύβει καμία πικρία, παρά προσθέτει στη μακρά λίστα των σημαντικών εμπειριών που την έκαναν την επαγγελματία που ασχολείται με τα κοινά. «Όταν εξελέγην, το 1996, ήμασταν τρεις γυναίκες στη Βουλή, εγώ, η Καίτη Κληρίδη και η Κατερίνα Παντελίδου». Το 1999 λόγω κάποιας υπουργοποίησης μπήκε στη Βουλή για δύο χρόνια η πρώτη επιλαχούσα του ΔΗΣΥ, η Λία Γεωργιάδου. «Το 2001 είχαμε μεγάλη αύξηση με την εκλογή εννέα γυναικών. Εκτός από μένα εξελέγησαν Καίτη Κληρίδη, Ελένη Θεοχάρους και Μαρία Κυριακού από τον ΔΗΣΥ, Στέλλα Δημητρίου, Ελένη Μαύρου και Σωτηρούλα Χαραλάμπους από το ΑΚΕΛ και Αντιγόνη Παπαδοπούλου και Αθηνά Κυριακίδου από το ΔΗΚΟ. Στην αρχή μας αντιμετώπιζαν με περιφρόνηση και κάποια απαξίωση. Όταν μιλούσαμε εμείς στην ολομέλεια δεν υπήρχε ψυχή, έφευγαν, η αίθουσα άδειαζε, πήγαιναν όλοι για καφέ».
Θυμάται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Πρότεινα στον πρόεδρο της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τον Γιαννάκη Αγαπίου, να διοργανώσει εκδήλωση για την Ημέρα της Γυναίκας. Δεν ήρθε κανείς, ούτε δημοσιογράφοι ούτε βουλευτές. Φώναξε ο Αγαπίου δύο δημοσιογράφους και τους είπε "μείναμε μόνο η Ανδρούλλα και εγώ"». Γελά και πάλι σημειώνοντας πως «όταν τα θυμάσαι αυτά συνειδητοποιείς ότι άλλαξαν πολλά πράγματα».
Ασφαλώς η κ. Βασιλείου, παρά τις δυσκολίες, δεν έμεινε μόνο σε συμβολικές κινήσεις. Αγωνίστηκε για ουσιαστικά μέτρα και είχε τη στήριξη των γυναικών συναδέλφων της στη Βουλή. «Κατά τη διάρκεια της δεύτερής μου θητείας, εμείς οι γυναίκες υποστηρίξαμε σθεναρά την προσφορά από το κράτος της δωρεάν μαστογραφίας για γυναίκες ηλικίας 50-69. Ήταν μια καλή αρχή. Σήμερα επεκτάθηκε για ηλικίες 45-74. Οι άντρες ουδέποτε θα σκεφτόντουσαν να πάρουν τέτοια πρωτοβουλία», σημειώνει.
Πολίτες δεύτερης κατηγορίας
Η πρώην βουλευτής θυμάται ακόμα τον άνισο χειρισμό του θέματος της υπηκοότητας. Οι τότε ισχύουσες πρόνοιες του Νόμου επέτρεπαν στα παιδιά αντρών που ήταν παντρεμένοι με ξένες υπηκόους να αποκτήσουν αυτόματα την κυπριακή υπηκοότητα. Αντίθετα, υπήρχε διάκριση προς τις Κύπριες που ήταν παντρεμένες με αλλοδαπούς και έπρεπε να περάσουν τις ίδιες γραφειοκρατικές διαδικασίες που περνούσαν οι ξένοι για να εξασφαλίσουν την κυπριακή υπηκοότητα για τα παιδιά τους. Ήταν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Πετύχαμε και αλλάξαμε αυτό τον αναχρονιστικό νόμο, παρ' όλο ότι μπήκαν ασφαλιστικές δικλίδες λόγω του κυπριακού προβλήματος. Μέχρι σήμερα με βρίσκουν στον δρόμο και μου λένε "ευχαριστώ"».
Όπως αναφέρει, σε αυτά τα κοινωνικά ζητήματα υπήρχε αλληλεγγύη μεταξύ των γυναικών. Υπήρχε, εντούτοις, αδυναμία των γυναικών βουλευτριών να προωθήσουν προτάσεις πέρα από τα «γυναικεία» ζητήματα. «Μεταξύ μας οι γυναίκες είχαμε αλληλοκατανόηση, όμως δεν είχαν οι γυναίκες από τα κόμματά τους την ελευθερία να προτείνουν θέματα πέραν των "γυναικείων". Στους Ενωμένους Δημοκράτες δεν αντιμετώπιζα αυτό το πρόβλημα».
Η απαξίωση του Αρχιεπισκόπου
Δεν ξεχνά και τις πιο ακραίες μορφές ανισότητας: «Την εποχή που γινόταν προσπάθεια να γίνουν ριζικές τροποποιήσεις στο Καταστατικό της Εκκλησίας, μια ομάδα γυναικών πήγαμε στον τότε Αρχιεπίσκοπο για να του εκθέσουμε τις απόψεις μας για τις απαρχαιωμένες πρόνοιες που αφορούσαν τον γάμο και το διαζύγιο. Ένας άντρας μπορούσε να πάρει διαζύγιο αν η γυναίκα του δεν ήταν παρθένα ή αν κοιμόταν έστω και για ένα βράδυ εκτός σπιτιού, ακόμα και σε σπίτι συγγενικού προσώπου πέραν του πρώτου βαθμού συγγενείας, ενώ οι άντρες μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν. Ο Αρχιεπίσκοπος φώναξε τον συνεργάτη του και του είπε: "Φέρε κουφέτα να δώσουμε στις κορούδες, γιατί φεύγουν"». Τόση απαξίωση, λέει με χαμόγελο, εξηγώντας πόσο περίεργη για τα σημερινά δεδομένα είναι η πραγματικότητα των περασμένων δεκαετιών.
Στη σύσκεψη των αρχηγών
Ως εκπρόσωπος του κόμματός της συμμετείχε στις συσκέψεις των αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων υπό τον τότε πρόεδρο της Βουλής Σπύρο Κυπριανού και αντιμετώπιζε τις προκλήσεις με αξιοπρέπεια. «Καθόμουν πίσω διακριτικά. Και τότε ο Πρόεδρος μού έλεγε "Αντρούλλα, γιατί κάθεσαι πίσω; Εσένα σε αγαπώ, τον άντρα σου είναι που μισώ!”».
Μια άλλη τεράστια δυσκολία που αντιμετώπιζαν τότε οι βουλεύτριες ήταν η αντιμετώπισή τους από τα ΜΜΕ: «Μετρούνται στα δάκτυλα ενός χεριού οι φορές που τους έδιναν την ευκαιρία να παρουσιαστούν σε ραδιοφωνικά και κυρίως τηλεοπτικά προγράμματα και πολιτικές συζητήσεις. Στη διάρκεια προεκλογικών περιόδων ουδέποτε μας καλούσαν σε πάνελ για να συζητήσουμε με άντρες υποψηφίους. Ο κάθε τηλεοπτικός σταθμός οργάνωνε ένα γυναικείο πάνελ για τις γυναίκες υποψήφιες για να δείξουν τάχα ότι μας δίνουν ευκαιρίες. Βλέποντας σήμερα τις γυναίκες να συμμετέχουν καθημερινά σε τηλεοπτικά προγράμματα με άντρες, αντιλαμβάνεται κάποιος το πόση εξέλιξη είχαμε στις τελευταίες δεκαετίες. Κι αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα!».
Η ευρωπαϊκή προοπτική
Στη δεύτερη θητεία της σημειώνει την καθοριστική αλλαγή: «Η ενταξιακή μας πορεία δέσποζε τότε στις προτεραιότητές μας. Δημιουργήθηκε ειδικό "Τμήμα Ευρωπαϊκών Θεμάτων" στη Βουλή, τα πλείστα μέλη του οποίου ήταν γυναίκες και η κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων ήταν πλήρως απασχολημένη με το εναρμονιστικό έργο των Νόμων και Κανονισμών και την εξέταση χιλιάδων νέων. Η συμμετοχή μου σ’ αυτή την Επιτροπή θα αφήσει ανεξίτηλες εμπειρίες στη μνήμη μου. Και πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για την ευρωπαϊκή πορεία της Κύπρου, που μας έδωσε και την αφορμή στην ψήφιση τόσων νόμων και κανονισμών που αφορούν σε θέματα ισότητας».
Η ίδια τονίζει ότι η πολιτική δεν είναι μόνο για το προσωπικό όφελος. Είναι και πρέπει να θεωρείται προσφορά προς την κοινωνία. Απαιτεί συνέπεια, ακεραιότητα και σκληρή δουλειά. Δεν επαναπαύθηκε ποτέ στο ότι ήταν η σύζυγος του ΠτΔ. Διεκδίκησε τον σεβασμό και από τη θέση της πρώτης κυρίας κατάφερε να αφήσει το δικό της σημάδι.
Και κάπου εκεί αποφάσισε ότι δύο θητείες ήταν αρκετές. «Ως μέλος μικρού κόμματος δεν υπήρχε περίπτωση να προεδρεύσω κοινοβουλευτικής επιτροπής και αυτό σήμαινε ότι μετά από βουλευτική πείρα 10 χρόνων θα έπρεπε να έρχομαι σε δεύτερη μοίρα από νεοεισερχόμενους βουλευτές χωρίς γνώσεις ή εμπειρία αλλά που είχαν το "προνόμιο" να ανήκουν σε ένα από τα μεγάλα κόμματα. Στο κόμμα μου, όμως, η απόφασή μου να μην διεκδικήσω τρίτη θητεία δυσαρέστησε πολύ, γιατί αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μείνει το κόμμα εκτός Βουλής», λέει.
Γιατί οι γυναίκες είναι απαραίτητες στη Βουλή;
«Διότι οι γυναίκες σκέφτονται διαφορετικά», λέει. «Έχουν διαφορετικές προτεραιότητες, ευαισθησίες, εγείρουν διαφορετικά θέματα. Και όλα είναι εξίσου σημαντικά. Ένα παράδειγμα είναι αυτό που προανέφερα για την παροχή δωρεάν μαστογραφίας από το κράτος. Τελικά, είναι θέμα ισότητας και ισονομίας».
Η κ. Βασιλείου υποστηρίζει τη μέθοδο του zipper, το σύστημα φερμουάρ, όπου άντρες και γυναίκες τοποθετούνται εναλλάξ στις εκλογικές λίστες, για να εξασφαλιστεί ισότιμη εκπροσώπηση. Αυτό προϋποθέτει περισσότερες γυναίκες υποψήφιες για να δίνεται μεγαλύτερη επιλογή στον ψηφοφόρο. Από την εμπειρία της ξέρει ότι η παρουσία είναι ο πιο ισχυρός παράγοντας που θα ανοίξει τον δρόμο για τις επόμενες: «Δεν μπορείς με μια ή δύο γυναίκες να ενθαρρύνεις τις υπόλοιπες. Χρειάζεται να υπάρχουν πρότυπα».
Δεν παραλείπει να αναφερθεί στη σημερινή πρόεδρο της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου: «Η Αννίτα έχει κάνει τη διαφορά. Εργάζεται σκληρά, προωθεί την ισότητα και το δημόσιο προφίλ της είναι καλό. Πιστεύω πως τώρα πρέπει και έχει καθήκον εκ της θέσεώς της να δώσει μια ώθηση στις γυναίκες για τις επερχόμενες εκλογές».