Υπάρχει μια στιγμή που όλοι την έχουμε ζήσει, ως γονείς, ως εκπαιδευτικοί, ως πολίτες. Βλέπεις το παιδί να χάνεται στην οθόνη, ακούς για ένα περιστατικό εξευτελισμού που ξεκίνησε από ένα βίντεο ή ένα σχόλιο και μέσα σου γεννιέται η ανάγκη για μια καθαρή κίνηση. Κάτι να πεις «ως εδώ».
Εκεί πατάει η ιδέα της απαγόρευσης. Και ναι, έχει δυναμική. Μόνο που το μεγάλο λάθος είναι να νομίσουμε ότι η απαγόρευση θα λύσει το πρόβλημα της πτώσης της σχολικής επίδοσης και της ψυχικής πίεσης των παιδιών.
Ας μιλήσουμε συγκεκριμένα, γιατί συχνά μπερδεύουμε δύο διαφορετικά πράγματα. Άλλο είναι ο περιορισμός του κινητού μέσα στο σχολείο, ως κανόνας τάξης και ρυθμού και άλλο είναι μια γενική απαγόρευση των κοινωνικών δικτύων με ηλικιακά όρια εκτός σχολείου. Το πρώτο είναι σχολική πολιτική. Το δεύτερο είναι κοινωνική πολιτική, με τεράστιες τεχνικές και νομικές προεκτάσεις.
Τι λέει η επιστημονική εικόνα για τις απαγορεύσεις κινητών στο σχολείο; Δεν λέει αυτό που θα θέλαμε να ακούσουμε στα πρωτοσέλιδα. Οι μελέτες δείχνουν μεικτά αποτελέσματα. Σε ορισμένα πλαίσια φαίνονται μικρές βελτιώσεις στις επιδόσεις, ειδικά για μαθητές που ξεκινούν από πιο δύσκολη θέση. Σε άλλα πλαίσια δεν φαίνεται ουσιαστική αλλαγή. Και σε πιο πρόσφατες αναλύσεις, εκεί όπου μετρήθηκαν μαζί η σχολική επίδοση και δείκτες ευημερίας, δεν προκύπτει ότι οι αυστηρές απαγορεύσεις φέρνουν, από μόνες τους, καλύτερους βαθμούς ή καλύτερη ψυχική κατάσταση. Συχνά, απλώς μετακινούν τη χρήση από το σχολείο στο σπίτι. Δηλαδή, μειώνεται η έκθεση στην οθόνη μέσα στο μάθημα, αλλά δεν μειώνεται απαραίτητα η συνολική έκθεση μέσα στην ημέρα. Αυτό δεν είναι λεπτομέρεια. Είναι όλη η ουσία.
Αν το δούμε ανθρώπινα, είναι λογικό να νιώθουν καλύτερα οι εκπαιδευτικοί όταν δεν βλέπουν οθόνες μπροστά τους. Είναι λογικό να νιώθει καλύτερα και ο γονιός όταν ακούει ότι «το σχολείο πήρε μέτρα». Όμως, το να μη φαίνεται ο περισπασμός, δεν σημαίνει ότι εξαφανίστηκε το πρόβλημα. Το παιδί που δεν είναι συνδεδεμένο με το μάθημα, δεν χρειάζεται κινητό για να χαθεί. Θα χαθεί με ονειροπόληση, με κούραση, με άγχος, με απογοήτευση, με μια σιωπηλή παραίτηση, που την πληρώνει μετά και στο σπίτι. Αν το σχολείο βιώνεται ως ένας τοξικός συνδυασμός βαρετού και στρεσογόνου, τότε ο μαθητής θα βρει διέξοδο. Σήμερα είναι η οθόνη. Αύριο είναι κάτι άλλο. Η απαγόρευση μπορεί να είναι ένα εργαλείο τάξης, όχι θεραπεία της αιτίας.
Και πάμε στο δεύτερο μεγάλο θέμα, που ακούγεται όλο και πιο δυνατά: «Να υπάρχει επιβεβαίωση ταυτότητας στα κοινωνικά δίκτυα, ώστε ο καθένας να υπογράφει αυτά που λέει, άρα να πέσει το bullying». Εδώ χρειάζεται προσοχή, γιατί είναι μια ιδέα που μοιάζει αυτονόητα σωστή, αλλά στην πράξη σπάει πάνω στην ανθρώπινη φύση και στην πραγματικότητα του σχολείου.
Πρώτα απ’ όλα, μεγάλο μέρος του σχολικού bullying δεν είναι πραγματικά ανώνυμο. Δεν μιλάμε μόνο για έναν άγνωστο λογαριασμό. Μιλάμε για ομάδες, για ρόλους, για σχέσεις δύναμης που προϋπάρχουν. Συχνά το παιδί ξέρει ή υποψιάζεται ποιος το χτυπά, γιατί το ίδιο έργο παίζεται και στην αυλή και στο διάλειμμα και στην τάξη. Η «υπογραφή» δεν εξαφανίζει την πρόθεση, ούτε ακυρώνει την πίεση της ομάδας. Μπορεί να αλλάξει τη μορφή, όχι να σβήσει το φαινόμενο.
Δεύτερον, ακόμη κι όταν η ανωνυμία λειτουργεί σαν επιταχυντής, η κατάργησή της δεν εγγυάται ότι θα τελειώσει η κακοποίηση. Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που δοκίμασαν αυστηρές πολιτικές πραγματικού ονόματος ή υποχρεωτικής ταυτοποίησης και τελικά τις περιόρισαν ή τις εγκατέλειψαν, ακριβώς επειδή τα οφέλη δεν ήταν τόσο καθαρά όσο υποσχέθηκαν, ενώ τα κόστη σε δικαιώματα και ασφάλεια ήταν μεγάλα. Και αυτό είναι το κλειδί: εδώ δεν παίζουμε μόνο με «καλύτερη συμπεριφορά». Παίζουμε με προσωπικά δεδομένα.
Γιατί, η επιβεβαίωση ταυτότητας σημαίνει συγκέντρωση ευαίσθητων πληροφοριών. Σημαίνει νέους κινδύνους διαρροών. Σημαίνει ότι παιδιά, γονείς και πολίτες θα αφήνουν πίσω τους ένα ακόμη πιο βαρύ ίχνος. Σημαίνει ότι ευάλωτοι άνθρωποι που χρειάζονται ψευδωνυμία για να προστατευτούν, θα πιεστούν να εκτεθούν. Και το πιο ειρωνικό είναι ότι, ακόμη κι αν γίνει αυτό, δεν εξαφανίζεται η κακοποίηση. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να γίνει πιο επικίνδυνη, γιατί περνά από το «γράφω κάτι άσχημο» στο «στοχοποιώ συγκεκριμένο πρόσωπο», με πολύ πιο άμεσο τρόπο.
Υπάρχει και ένα τρίτο πρακτικό ζήτημα που συχνά υποτιμούμε: Η επιβεβαίωση ηλικίας και ταυτότητας στο διαδίκτυο δεν είναι μια απλή διαδικασία. Ή θα είναι χαλαρή και παρακάμπτεται εύκολα, ή θα είναι αυστηρή και θα ζητά ολοένα πιο βαριά δεδομένα. Και εκεί ανοίγει μια νέα αγορά ελέγχου και επιτήρησης, που δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα κάνει τα παιδιά πιο ασφαλή. Μπορεί απλώς να μας κάνει να νιώσουμε ότι «κάναμε κάτι», ενώ στην ουσία θα έχουμε μετακινήσει τον κίνδυνο από το bullying σε κάτι άλλο: σε μια μόνιμη ψηφιακή έκθεση και σε μια τεράστια συγκέντρωση δεδομένων γύρω από ανήλικους.
Άρα, πού στέκομαι τελικά; Δεν απορρίπτω την απαγόρευση ως εργαλείο. Μπορεί να βοηθήσει την καθημερινότητα της τάξης, αν εφαρμοστεί με λογική, συνέπεια και παιδαγωγικό σκοπό. Αλλά αρνούμαι να τη βαφτίσω λύση για την πτώση της επίδοσης. Και δεν μπορώ να στηρίξω τη μαζική επιβεβαίωση ταυτότητας ως μαγικό αντίδοτο στο bullying, γιατί φοβάμαι ότι θα πληρώσουμε δυσανάλογο τίμημα σε ιδιωτικότητα και ασφάλεια, χωρίς να πάρουμε την υπόσχεση που μας πουλάνε.
Αν θέλουμε πραγματικά να προστατεύσουμε τα παιδιά, πρέπει να σταματήσουμε να κυνηγάμε μόνο το σύμπτωμα. Να φτιάξουμε σχολεία που κρατούν το παιδί παρόν, όχι σχολεία που απλώς κρύβουν τον περισπασμό. Να απαιτήσουμε από τις πλατφόρμες σοβαρή λογοδοσία και προστασίες για ανήλικους, αλλά χωρίς να χτίζουμε ένα καθεστώς μόνιμης ταυτοποίησης. Και πάνω απ’ όλα, να ακούσουμε αυτό που τα παιδιά προσπαθούν να μας πουν, ακόμη κι όταν δεν το λένε όμορφα: όταν η καθημερινότητα μοιάζει άδεια ή ασήκωτη, κάποιος θα τους πουλήσει διέξοδο. Αν δεν τους τη δώσει η παιδεία, θα τους τη δώσει η οθόνη.
* Aντιπρύτανης Έρευνας και Καινοτομίας και ΚαθηγητήςΤεχνητής Νοημοσύνης Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφος
Απαγόρευση στα κοινωνικά δίκτυα για μαθητές; Ναι, αλλά ας μην πιστέψουμε ότι βρήκαμε το κουμπί
Το άρθρο εξετάζει την ιδέα της απαγόρευσης των κοινωνικών δικτύων για μαθητές, καθώς και του περιορισμού των κινητών τηλεφώνων στο σχολείο. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ενώ η ανάγκη για περιορισμό είναι κατανοητή, η απλή απαγόρευση δεν αποτελεί λύση στα προβλήματα της πτώσης της σχολικής επίδοσης και της ψυχικής πίεσης των παιδιών. Επισημαίνει τη διάκριση μεταξύ της σχολικής πολιτικής για τον περιορισμό των κινητών κατά τη διάρκεια των μαθημάτων και της κοινωνικής πολιτικής που αφορά γενικές απαγορεύσεις εκτός σχολείου, η οποία έχει σημαντικές νομικές και τεχνικές προεκτάσεις. Η επιστημονική έρευνα σχετικά με τις απαγορεύσεις κινητών στο σχολείο παρουσιάζει μεικτά αποτελέσματα. Ορισμένες μελέτες δείχνουν μικρές βελτιώσεις στις επιδόσεις, ειδικά για μαθητές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ενώ άλλες δεν καταγράφουν σημαντική αλλαγή. Πιο πρόσφατες αναλύσεις που εξετάζουν τόσο την σχολική επίδοση όσο και την ευημερία των μαθητών δεν υποστηρίζουν ότι οι αυστηρές απαγορεύσεις οδηγούν σε καλύτερους βαθμούς ή ψυχική υγεία, αλλά συχνά απλώς μεταφέρουν τη χρήση των κινητών από το σχολείο στο σπίτι. Ο συγγραφέας τονίζει ότι η απαγόρευση μπορεί να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι το πρόβλημα έχει λυθεί, ενώ στην πραγματικότητα απλώς μετατοπίζεται. Ένα παιδί που δεν είναι συνδεδεμένο με το μάθημα θα βρει άλλους τρόπους να αποσπαστεί, όπως η ονειροπόληση ή η απογοήτευση. Η απαγόρευση, επομένως, μπορεί να είναι ένα εργαλείο τάξης, αλλά όχι μια θεραπεία για την αιτία του προβλήματος. Σχετικά με την ιδέα της επιβεβαίωσης ταυτότητας στα κοινωνικά δίκτυα για την καταπολέμηση του bullying, το άρθρο προειδοποιεί ότι αυτή η λύση μπορεί να μην είναι τόσο αποτελεσματική όσο φαίνεται. Το bullying συχνά δεν είναι ανώνυμο και βασίζεται σε υπάρχουσες σχέσεις δύναμης και κοινωνικές δυναμικές. Η απλή απαίτηση για ταυτοποίηση δεν θα εξαλείψει αυτές τις βαθύτερες αιτίες του φαινομένου.
You Might Also Like
Το ΑΙ μπαίνει στη κρεβατοκάμαρα και στο μυαλό των ζευγαριών
Dec 12
Η αισιοδοξία δεν γεννιέται στις εξαγγελίες, γεννιέται στα μικρά
Dec 16
Σβάστικες στα θρανία: Το πιστοποιητικό αποτυχίας της κυπριακής οικογένειας
Dec 18
Έλενα Περικλέους: «Είναι μια θέση ευθύνης με ηθικό βάρος»
Dec 28